Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

Η σημασία της πρόληψης



 Βία στο σχολικό περιβάλλον
 Ορισμός και αίτια του φαινομένου
Του Ευάγγελου Κωνσταντίνου*


Εισαγωγή
Μιλώντας για τη βία στο σχολείο, αυτό που λέμε είναι δυνατόν να περιλαμβάνει πολύ διαφορετικά μεταξύ τους πράγματα:
α) Τη βία μεταξύ των μαθητών (φαινόμενο που ονομάζουμε σχολικό εκφοβισμό ή bullying), β) Τα φαινόμενα βανδαλισμού με στόχο τα σχολικά κτίρια, γ) Τη βία μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών (και προς τη μια αλλά και προς την άλλη κατεύθυνση), δ) Την συμβολική βία που ασκεί ο ίδιος ο θεσμός του σχολείου πάνω σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, ε) Τη βία που συχνά αναπτύσσεται στις σχέσεις ανάμεσα στο σχολείο και στην οικογένεια.
Σχολικός εκφοβισμός (bullying)
«Ως σχολικός εκφοβισμός ή θυματοποίηση μπορεί να οριστεί μια κατάσταση κατά την οποία ασκείται εσκεμμένη, απρόκλητη, συστηματική και επαναλαμβανόμενη βία και επιθετική συμπεριφορά με σκοπό την επιβολή, την καταδυνάστευση και την πρόκληση σωματικού και ψυχικού πόνου σε μαθητές από συμμαθητές τους, εντός και εκτός του σχολείου».
Σύμφωνα με τον Αναπληρωτή Καθηγητή Παιδοψυχιατρικής κ. Ιωάννη Τσιάντη, οι μορφές της ενδοσχολικής βίας συνίστανται σε: α) Ψυχολογική (π.χ. εξύβριση, ταπείνωση, εξευτελισμός, ρατσιστικά σχόλια, αποκλεισμός από την ομάδα, διάδοση ψευδών ειδήσεων ή φημών, άσχημα παρατσούκλια, απειλές λεκτικές ή μέσω μηνυμάτων στο κινητό, απειλές για διακίνηση προσωπικών δεδομένων μέσω Internetcyber bullying, απειλές να χτυπήσουν το ίδιο το παιδί ή κάποιο φίλο του), β) Σωματική (π.χ. χτυπήματα, σπρωξίματα, κλοτσιές, τσιμπιές, στριμώγματα), γ) Σεξουαλική (π.χ. σεξουαλικά ταπεινωτικά σχόλια, εξαναγκασμός να παρακολουθεί ή να συμμετέχει ενεργά σε σεξουαλικές πράξεις, βιασμός, μερικές φορές μπροστά σε άλλους), και δ) Οικονομική (π.χ. κλοπή, φθορά περιουσίας κ.λπ.).
Στην πλειοψηφία των περιστατικών εκφοβισμού/θυματοποίησης μπορούμε να διακρίνουμε τρεις βασικούς ρόλους: α) Του θύτη ή νταή, β) Του θύματος, και γ) Του σιωπηρού παρατηρητή. Σύμφωνα με τα πορίσματα διαφόρων ερευνών, τα παιδιά-θύτες νιώθουν συχνά την ανάγκη να κυριαρχούν και να ελέγχουν τους άλλους. Φαίνεται να ικανοποιούνται από την πρόκληση πόνου στους άλλους και αδιαφορούν για τα θύματά τους. Είναι παιδιά με χαμηλή σχολική επίδοση και μπορεί αργότερα κατά την ενηλικίωση τους να εκδηλώσουν παραβατική συμπεριφορά. Από την άλλη, τα παιδιά-θύματα συνήθως έχουν περισσότερο άγχος και ανασφάλεια, είναι ήσυχα και ευαίσθητα, ενώ παραμένουν σιωπηλά για αυτό που υφίστανται. Είναι παιδιά που έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, κλαίνε εύκολα και δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους.
Σύμφωνα με τον Dan Olweus, Καθηγητή Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν στη Νορβηγία, και συγγραφέα του βιβλίου «Εκφοβισμός και βία στο σχολείο: Τι γνωρίζουμε και τι μπορούμε να κάνουμε», ακόμα και ένα περιστατικό σοβαρής παρενόχλησης μπορεί, σε κάποιες περιπτώσεις, να συνιστά εκφοβισμό. Περισσότερη έμφαση όμως δίδεται στις αρνητικές (επιθετικές) συμπεριφορές που πραγματοποιούνται «κατ’ επανάληψη και κατ’ εξακολούθηση». Επίσης, τονίζεται ότι ο όρος «εκφοβισμός» δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται όταν παλεύουν ή φιλονικούν δύο μαθητές περίπου της ίδιας (σωματικής ή ψυχολογικής) δύναμης, ενώ για να μιλήσουμε για εκφοβισμό/θυματοποίηση πρέπει να υπάρχει διαφορά δύναμης μεταξύ θύτη και θύματος (σχέση ασύμμετρης δύναμης).

Αιτίες του φαινομένου
Το φαινόμενο της ενδοσχολικής βίας είναι πολυσύνθετο, και στην εκδήλωση του συμβάλει η αλληλεπίδραση ατομικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Ειδικότερα, ρόλο παίζουν τα ατομικά χαρακτηριστικά των παιδιών, τα χαρακτηριστικά του οικογενειακού τους περιβάλλοντος, το «κλίμα» του σχολείου, οι πολιτικές του εκπαιδευτικού συστήματος, οι στάσεις των ίδιων των παιδιών, των γονέων και των εκπαιδευτικών απέναντι στη βία, ο τρόπος προβολής της βίας από τα ΜΜΕ, καθώς και διάφορα προβλήματα που ενισχύουν τις αντικοινωνικές συμπεριφορές.
 Η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας αναφέρει τους εξής πρωταρχικούς παράγοντες που ευθύνονται για την εμφάνιση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού-θυματοποίησης (Ι. Τσιάντης):
1. Οικογενειακοί παράμετροι: έλλειψη φροντίδας, ενθάρρυνσης, υποστήριξης των παιδιών μέσα στην οικογένεια, έλλειψη ισορροπημένης σχέσης και συγκρούσεις μεταξύ των γονέων, παραμέληση ή/και κακοποίηση των παιδιών από τους γονείς,
2. H εφηβεία ως στάδιο ανάπτυξης και απαρτίωσης της ταυτότητας του ατόμου, καθώς χαρακτηρίζεται από αντιδράσεις όπως ευσυγκινησία, αντιδραστικότητα, εναντίωση προς κάθε μορφή εξουσίας, έλλειψη αυτοπεποίθησης ή αντίθετα αίσθημα παντοδυναμίας,
3. Η έλλειψη ενημέρωσης – ευαισθητοποίησης και η άγνοια των ενηλίκων του ευρύτερου περιβάλλοντος του παιδιού (π.χ. εκπαιδευτικών, γονέων) όσον αφορά στη διαχείριση κρίσεων επιθετικότητας,
4. Η μεγάλη έμφαση που δίδεται από τους εκπαιδευτικούς και την οικογένεια στην ακαδημαϊκή επιτυχία, καθώς οδηγεί στο να εκλαμβάνεται η σχολική επιτυχία ως σημαντικός δείκτης της αυτοεκτίμησης ενός παιδιού, γεγονός που έχει συχνά ως αποτέλεσμα την οργάνωση «αρνητικής ταυτότητας» (π.χ. υιοθέτηση βίαιων συμπεριφορών απέναντι στους άλλους) από έναν αριθμό μαθητών, οι οποίοι αποτυγχάνουν στη σχολική επίδοση,
5. Η έλλειψη συμμετοχής σε σχολικές δραστηριότητες και  εξωσχολικές δραστηριότητες που βοηθούν στην εκτόνωση του άγχους.

Η σημασία της πρόληψης
Σύμφωνα με τα πορίσματα έρευνας του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (1999), οι παρεμβάσεις αντιμετώπισης διαφόρων μορφών κρίσης είναι πιο αποτελεσματικές και ευοδώνονται, αν εντάσσονται σ’ ένα συγκεκριμένο σχέδιο πρόληψης. Ουσιαστικά η πρόληψη αρχίζει με την άμεση και κατάλληλη αντιμετώπιση των κρίσεων και την ένταξη της παρέμβασης σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο. Βέβαια, το ζητούμενο από ένα πρόγραμμα προληπτικής παρέμβασης που αποσκοπεί στο θετικό χειρισμό των συγκρούσεων, οφείλει τελικά να είναι η ανάπτυξη ατομικών δεξιοτήτων στους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς, καθώς επίσης και αλλαγές στο σύστημα του σχολείου όσον αφορά στο πρότυπο χειρισμού της επιθετικότητας και των συγκρούσεων.

Αναγνώριση παραγόντων κινδύνου

           Ένα σημαντικό βήμα στις παρεμβάσεις πρόληψης είναι η ευαισθητοποίηση σχετικά με τα φαινόμενα που προειδοποιούν ότι υπάρχει κίνδυνος να εκδηλωθούν μορφές επιθετικότητας στο σχολείο. Στις περισσότερες περιπτώσεις βίας κατά του εαυτού ή κατά των άλλων, ορισμένες συμπεριφορές του μαθητή προειδοποιούν για την επερχόμενη εκδήλωση βίας. Στη βιβλιογραφία αναφέρονται ως κυριότερες οι εξής:
  •      Κοινωνική απομόνωση, που συχνά προκαλείται από συναισθήματα χαμηλής αυτοεκτίμησης, έλλειψης αυτοπεποίθησης, θλίψης, αδυναμίας του ατόμου να σχετιστεί και να κάνει φίλους,
  •       Απόρριψη από συνομηλίκους,
  •       Σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση στο σπίτι, στο σχολείο ή αλλού,
  •        Χαμηλό ενδιαφέρον για το σχολείο και μειωμένη επίδοση στα μαθήματα, απότομη ή πρώιμη σχολική αποτυχία,
  •        Ανεξέλεγκτος συχνά θυμός, ακόμη και για ασήμαντα γεγονότα,
  •        Συχνοί παρορμητικοί τσακωμοί και εκφοβισμοί των άλλων, που μπορούν στο μέλλον να κλιμακωθούν σε πιο σοβαρές μορφές,
  •         Ιστορικό προβλημάτων πειθαρχίας στο σπίτι και στο σχολείο (ένδειξη συναισθηματικών αναγκών που δεν καλύπτονται),
  •         Ιστορικό βιαιότητας κατά ατόμων, ζώων ή αντικειμένων,
  •        Έλλειψη ανοχής σε πολιτιστικές διαφορές και διακρίσεις,
  •         Χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών (μείωση της ικανότητας αυτοελέγχου και προδιάθεση για επιθετικότητα ως θύτης),
  •          Συναναστροφή με άτομα με αντικοινωνική συμπεριφορά και αξίες, που προκαλούν φόβο ή άγχος στους υπόλοιπους μαθητές.

Οι παράγοντες αυτοί δεν είναι από μόνοι τους επαρκείς για πρόβλεψη. Αποτελούν απλά ενδείξεις ότι χωρίς υποστήριξη υπάρχει κίνδυνος για εκδήλωση βίας. Σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν τεκμήρια ευθύνης και ενοχής (Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Αθήνα 2000).
Φαίνεται ότι ο πιο αποτελεσματικός παράγοντας αποτροπής του φαινομένου του εκφοβισμού/θυματοποίησης είναι ο ενήλικας του ευρύτερου περιβάλλοντος του παιδιού (γονιός, εκπαιδευτικός). Η παρέμβαση του μπορεί να εξασφαλίσει εποικοδομητικά αποτελέσματα, αν έχει εκπαιδευτεί και διαθέτει ικανότητες και εμπειρία στην αντιμετώπιση συγκρούσεων, και εάν είναι σε θέση: α) Να διακρίνει πότε τα εμπλεκόμενα άτομα μπορούν να χειριστούν μόνα τους μια σύγκρουση και πότε υπάρχει πραγματικό πρόβλημα για το οποίο απαιτείται η παρέμβαση του, και β) Να χρησιμοποιεί κάθε φορά τις κατάλληλες τακτικές παρέμβασης και τις αρχές επίλυσης της σύγκρουσης: Το σεβασμό, Την ανοχή, Την κατανόηση των διαφορών.

Τι κάνουμε όταν διαπιστώνουμε ότι ένας μαθητής βρίσκεται σε κίνδυνο;
  •    Δεν αντιδρούμε με επιθετικότητα,
  •    Εξετάζουμε τη συμπεριφορά του σε σχέση με άλλους παράγοντες,
  •    Δεν ξεχνούμε ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος παρερμηνείας,
  •     Αν δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος: Ζητούμε τη βοήθεια σχολικού ψυχολόγου, ειδικού δασκάλου ή άλλου ειδικού. Αυτός αναλαμβάνει την ευθύνη για ότι χρειάζεται να γίνει,
  •     Αν εκτιμηθεί ότι το πρόβλημα είναι σοβαρό: Ενημερώνονται με εχεμύθεια αμέσως οι γονείς και ζητούμε τη συνεργασία τους,
  •      Αν ένα παιδί βρεθεί εκτός ελέγχου και απειλείται με κίνδυνο η ζωή του ή η ζωή άλλων ατόμων: α) Ειδοποιούμε επειγόντως τη διοίκηση του σχολείου και το Σχολικό Ψυχολόγο, το Σύμβουλο, τους γονείς, β) Αποφεύγουμε αυταρχικές αντιδράσεις, επιθετικές κινήσεις, απειλές, γ) Προσεγγίζουν το παιδί μόνον άτομα που μπορούν να το ηρεμήσουν. 

Ευάγγελος Κωνσταντίνου είναι Κοινωνικός Ανθρωπολόγος και Επιστημονικός Υπεύθυνος Κέντρου Πρόληψης «Ήλιος».
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Βιβλιογραφία
Dan Olweus (2009), «Εκφοβισμός και βία στο σχολείο – Τι γνωρίζουμε και τι μπορούμε να κάνουμε», Έκδοση: Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.
 Ι. Τσιάντης (2008), «Ενδοσχολική βία», Σημειώσεις μαθήματος στα πλαίσια του 11ου Εκπαιδευτικού Προγράμματος Προαγωγής Ψυχικής Υγείας της Ά Ψυχιατρικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών.
 Πετρόπουλος Νικόλαος, Παπαστυλιανού Αντωνία (2000), «Επιθετικότητα στο σχολείο. Προτάσεις για πρόληψη και αντιμετώπιση», Έκδοση: Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου