Πώς πρέπει να διαβάζουν οι μαθητές;
Του Νίκου Τσούλια*
Ο τρόπος διαβάσματος των μαθητών έχει ιδιαίτερη σημασία στην εκπαίδευσή τους και στη γενικότερη μορφωτική τους εξέλιξη. Βεβαίως κάθε μαθητής και κάθε μαθήτρια κατακτά και έναν προσωπικό τρόπο διαβάσματος και δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι υπάρχουν κάποιοι γενικοί κανόνες για ένα καλό και αποδοτικό διάβασμα καθολικής ισχύος. Ωστόσο, διαμορφώνεται ένα μάλλον κοινό πλαίσιο αναφοράς, στο οποίο κάθε άτομο προσδίδει και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του.
Πριν πάμε στην ουσία του προβλήματός μας οφείλουμε να αναφέρουμε κάποιες βασικές «εξωτερικές» συνιστώσες που επηρεάζουν σε μικρό ή και σε μεγάλο βαθμό την όλη διαδικασία του διαβάσματος. Πρώτη και καλύτερη συνθήκη είναι αν υπάρχει αγάπη και ερωτική διάθεση για το διάβασμα, αν το διάβασμα είναι συστατικό και καθημερινό στοιχείο της ζωής μας που υπερβαίνει κάθε θεσμική / υποχρεωτική αναφορά. Σε μια τέτοια μορφωτική κουλτούρα η ανάπτυξη του τρόπου διαβάσματος είναι προφανώς ήσσονος σημασίας. Αν μάλιστα το εκπαιδευτικό μας σύστημα είχε κατορθώσει να διαμορφώσει στην πλειοψηφία των Ελλήνων μια τέτοια κουλτούρα, αν είχαμε ένα «έθνος αναγνωστών», τότε η κοινωνία μας και η χώρα μας θα ήταν σε συνεχή τροχιά προόδου και διαρκούς μορφωτικής εξέλιξης.
Δεύτερη συνθήκη είναι αν ο μαθητής και η μαθήτρια έχουν προσδιορισμένους στόχους και συγκεκριμένες επιδιώξεις, ορατές φιλοδοξίες και ισχυρά όνειρα για τη ζωή τους. Σε μια τέτοια περίπτωση – έστω και αν έχει έναν χρησιμοθηρικό χαρακτήρα – ενυπάρχει η επιθυμία για συστηματικό διάβασμα και τα πράγματα απλουστεύονται κατά πολύ. Βεβαίως αυτή η συνθήκη υπολείπεται της πρώτης συνθήκης, αλλά δεν παύει το κίνητρο να διαμορφώνει ένα άλλο ευνοϊκό σκηνικό και μια θετική ψυχολογία για το «ανοιχτό βιβλίο».
Το διάβασμα αρχίζει από το σχολείο, από την διδασκαλία του εκπαιδευτικού. Εκεί σημειώνουμε τα βασικά σημεία της διδασκαλίας στο πρόχειρο προκειμένου για τα θεωρητικά μαθήματα ή γράφουμε όσα «συμβαίνουν» στον πίνακα όταν διδάσκονται τα θετικά μαθήματα και με βάση πάντα τις οδηγίες του εκπαιδευτικού. Η καλή και ενεργητική παρακολούθηση στη διδασκαλία είναι «το μισό διάβασμα», γιατί δημιουργεί το εύφορο έδαφος, για την πλήρη αφομοίωση του μαθησιακού περιεχομένου στη συνέχεια στο σπίτι. Είναι απόλυτα απαραίτητη η εκδήλωση αποριών κατά τη διάρκεια του μαθήματος, γιατί κάθε «ασαφής περιοχή» στη διδασκαλία δημιουργεί και ένα επεκτεινόμενο γκρίζο σκηνικό για το προσωπικό διάβασμα.
Υπάρχει και ένα «αγκάθι» στο όλο θέμα μας. Όταν ο μαθητής νιώθει ότι υπολείπεται των συμμαθητών του, διαμορφώνει ένα κλίμα ηττοπάθειας και υποβαθμίζει την αυτοπεποίθησή του. Εδώ η λύση πρέπει να είναι απόλυτη – ο μαθητής οφείλει να αντιμετωπίσει τις εκκρεμότητές του και τις ελλείψεις του με τη βοήθεια των εκπαιδευτικών από τους οποίους θα πρέπει να είναι απαιτητικός για να ξεφύγει από τη μέγγενη της υστέρησης, η οποία υστέρηση είναι συχνά διογκωμένη από την ευαίσθητη ψυχολογία των νέων και των εφήβων.
Είναι αναγκαία η διεξοδική μελέτη της θεωρίας και για τα θετικά μαθήματα και για τα θεωρητικά μαθήματα με παράλληλες σημειώσεις σ’ ένα πρόχειρο και με μαρκάρισμα των βασικών σημείων και των λέξεων – κλειδιών, για να έχουμε το «σκελετό» του όλου μαθήματος σχηματικά στη σκέψη μας. Η σχηματοποίηση του μαθήματος και η δημιουργία εικόνων και παραστάσεων είναι οι καλύτερες τεχνικές για την ουσιαστική αφομοίωση της ύλης και για την απαραίτητη αποστήθισή της. Εξίσου σημαντική είναι η δημιουργία επαγωγικού λόγου, η αλληλοσυσχέτιση μεταξύ των διαφόρων μερών του μαθήματος ή του μαθήματος με (τα) προηγούμενα μαθήματα.
Στο τελικό στάδιο επιχειρούμε να απεικονίσουμε το σκελετό του μαθήματος σε λευκή σελίδα χωρίς τη χρήση του σχολικού βιβλίου και στη συνέχεια κάνουμε σύγκριση και έλεγχο στις όποιες ελλείψεις ή παρανοήσεις είχαμε, τις οποίες και ξαναμελετάμε με ιδιαίτερη προσοχή. Αν ακολουθούμε αυτά τα βασικά βήματα μελέτης, είναι βέβαιο ότι θα κατακτάμε με απόλυτο τρόπο τη μάθηση και, το κυριότερο, θα νιώθουμε ευχαριστημένοι από τον εαυτό μας – και αυτή η ευχαρίστηση είναι ο καλύτερος τροφοδότης για περαιτέρω μάθηση και για απελευθέρωση των δημιουργικών δυνάμεών μας.
Όλα τα προηγούμενα έχουν νόημα και αξία όταν ο μαθητής και η μαθήτρια κάνουν το διάβασμα με άνεση χρόνου χωρίς «συμπιέσεις», γιατί μόνο έτσι μπορεί να είναι αποτελεσματική η αυτενέργειά τους. Στο σημερινό σχολείο, ο εκπαιδευόμενος «δεν κάνει τίποτα μόνος του» (!) και αυτό είναι μείζον μορφωτικό πρόβλημα. Η μάθηση δεν θέλει έτοιμη λύση προσφερόμενη από βιβλία ή από τη γονεϊκή φροντίδα ή από τη φροντιστηριακή στήριξη. Τίποτα απ’ αυτά δεν χρειάζεται, αν το προσωπικό διάβασμα και η όλη προσωπική προσπάθεια γίνει ο βασικός άξονας περί του οποίου θα περιστραφεί το παιχνίδι της μάθησης. Οι βαθμιαίες και μικρές κατακτήσεις της προσωπικής προσπάθειας είναι αυτές που ανοίγουν φωτεινά παράθυρα στη νόηση αλλά και στο συναισθηματικό κόσμο, διευρύνουν τους πνευματικούς ορίζοντες και προάγουν την ψυχολογική ευφορία του μαθητή. Άλλως ο μαθητής θα είναι πίσω από τα γεγονότα, δεν θα γίνει ποτέ υποκείμενο και πρωταρχικός δημιουργός του μορφωτικού του πεδίου, δεν θα ερωτευθεί τη γνώση και τα «γράμματα».
Το διάβασμα δεν είναι καταναγκασμός και αν λειτουργεί σε αρκετούς εκπαιδευόμενους έτσι, είμαστε υποχρεωμένοι, εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι, να αλλάξουμε αυτή την εικόνα. Το διάβασμα είναι μια πράξη ομορφιάς και χαράς, είναι ο κύριος δρόμος για να δώσουμε νόημα στη ζωή μας και πληρότητα στον εαυτό μας. Το διάβασμα είναι απελευθέρωση από τα πολλαπλά δεσμά της αμάθειας και της ημιμάθειας. Είναι το βασικό πεδίο κατάκτησης της πνευματικής ανεξαρτησίας μας και της αυτοπραγμάτωσής μας! Ως εκ τούτου μόνο ως πράξη ελευθερίας και ομορφιάς μπορεί να νοηθεί…
ΠΗΓΗ: anthologio.wordpress.com
----------------------------------------------------------------------
* Ο Νίκος Τσούλιας είναι εκπαιδευτικός στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Διετέλεσε Πρόεδρος της ΟΛΜΕ από το 1996 έως το 2003
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου