H γλώσσα ως δημόσιο αγαθό
του Δημήτρη Δημητράκου*
H γλώσσα είναι ένα δημόσιο αγαθό - μάλιστα το κατ' εξοχήν δημόσιο αγαθό, εφόσον αποτελεί το κύριο επικοινωνιακό εργαλείο μιας κοινωνίας, ενώ συγχρόνως λειτουργεί και ως ιστός της ενότητάς της. Υπάρχουν και άλλα δημόσια αγαθά, όπως είναι το καθαρό περιβάλλον, το νομικό σύστημα, η πολιτιστική κληρονομιά ή η ασφάλεια μιας χώρας. Δημόσιο λογίζεται ένα αγαθό η χρήση του οποίου από κάποιον δεν συνεπάγεται την ανάγκη αποκλεισμού άλλων - όπως γίνεται στην περίπτωση ιδιωτικών αγαθών.
Το σημαντικό με τα δημόσια αγαθά είναι ότι η προστασία τους είναι δημόσια υπόθεση. Δεν αφήνεται ένα δημόσιο αγαθό στο έλεος του ατομικού κεφιού και της προσωπικής προτίμησης του καθενός. H πολιτεία, μάλιστα, προστατεύει με αρκετό ζήλο τη δημόσια περιουσία, είτε πρόκειται περί χρήματος, είτε περί ακινήτων, είτε περί τηλεοπτικών συχνοτήτων. Δεν υπερασπίζεται με τον ίδιο ζήλο τα δημόσια αγαθά, διότι ο χαρακτήρας τους ως δημόσια κτήση έχει πιο αφηρημένο χαρακτήρα. Στο πεδίο αυτό, το κράτος αρκείται στην επιβολή ορισμένων απαγορεύσεων, χωρίς να αντανακλά η νομοθεσία ή να συνειδητοποιεί η πολιτική τάξη την ύπαρξη δημόσιων αγαθών που αποτελούν ιδιοκτησία της κοινωνίας στο σύνολό της και έχουν επιτακτική ανάγκη προστασίας.
Είναι ανάγκη να δει κανείς τα δημόσια αγαθά ως μέρος της κοινής ιδιοκτησίας, διότι μόνο έτσι γίνεται αντιληπτή ως αδικοπραξία η εμπρόθετη ή απρόθετη καταστροφή τους. H καταστροφή αυτή δεν γίνεται άμεσα αντιληπτή, ιδίως όσον αφορά τη γλώσσα, διότι επέρχεται βαθμιαία και ως εκ τούτου δεν γίνεται άμεσα αισθητή σε όλους.
H ελληνική γλώσσα, το πολύτιμο αυτό δημόσιο αγαθό, καταστρέφεται μέρα με τη μέρα, μπρος στα μάτια μας, χωρίς να εξεγείρονται παρά ελάχιστοι συμπολίτες μας. Είναι δυνατό να αντιτάξει κανείς σ' αυτό ότι εκείνο που οι «γλωσσαμύντορες» ονομάζουν «καταστροφή» της γλώσσας είναι η απρόσωπη αυτό-δημιουργικότητά της, που είναι πηγή της δυναμικής της και ότι η δυναμική αυτή δεν μπαίνει σε καλούπια που φτιάχνουν οι γραμματικοί. H απάντηση είναι ότι οι τελευταίοι δεν καταγράφουν απλώς, αλλά έχουν και κανονιστικό ρόλο - ακριβώς όπως ο χαρακτήρας ενός λεξικού είναι ρυθμιστικός και όχι μόνο περιγραφικός. Και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ελλάδα και την ελληνική γλώσσα.
H Ελλάδα έχει μια ιστορική ιδιομορφία έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών. H λόγια πνευματική της κληρονομιά αποκόπηκε από το ζωντανό, αλλά υπόδουλο τμήμα του πληθυσμού της. Επομένως, τα βιώματα και μαζί τους η γλώσσα που αυτό ανέπτυξε αποχωρίστηκαν, με ορισμένες εξαιρέσεις, από τη λόγια παράδοση. H ζώσα, δημοτική γλώσσα ήταν αποκλειστικό προϊόν ενός προφορικού πολιτισμού. Δεν ελέγχθηκε, δεν καθοδηγήθηκε, δεν προστατεύθηκε από δημιουργούς πνεύματος - και επομένως γλώσσας - επί τέσσερις αιώνες. Επέζησε, βέβαια, και μπόρεσε με την ανεξαρτησία να προσαρτήσει η νέα γλώσσα εκείνα τα λήμματα της αρχαίας που της ήταν απαραίτητα στο σύγχρονο πολιτισμό - στη διοίκηση, στην επιστήμη, στη φιλοσοφία, στις τέχνες και την πνευματική παραγωγή εν γένει. Ξεπέρασε με τον καιρό και το πρόβλημα της διγλωσσίας με αποτέλεσμα η σύγχρονη δημοτική να είναι επαρκής για τις ανάγκες της ζωής του Εθνους υπό συνθήκες νεωτερικότητας.
Στο σημείο αυτό, όμως, η είσοδος στον κόσμο της νεωτερικότητας υπό συνθήκες ραγδαίας παγκοσμιοποίησης απειλεί τη γλώσσα μας. Δεν εννοώ ότι τα αγγλικά θα την εκτοπίσουν. Ούτε διακατέχομαι από οποιαδήποτε μορφή πολιτιστικής απαισιοδοξίας ή μελλοντοφοβίας. Πιστεύω, όμως, ότι η γλώσσα εξελίσσεται άναρχα και δεν συμβαδίζει η εξέλιξη αυτή με την εξέλιξη εκείνου που είναι σημαντικό στην πρόοδο της κοινωνίας που είναι η επιστήμη, οι τέχνες και τα γράμματα. «Δημιουργοί» της γλώσσας είναι μάλλον οι πρωταγωνιστές της γλωσσικής αναρχίας με αποτέλεσμα να απειλείται η γλώσσα μας με κάτι ανάλογο με αυτό που ο Durkheim ονομάζει «ανομία» (anomie) όταν δεν ισχύει κανένας κανόνας σε μια κοινωνία. Συγχρόνως παρατηρούμε αυξανόμενα κρούσματα ακυρολογίας στα MME, στα σχολεία, στα πανεπιστημιακά έδρανα και στη Βουλή των Ελλήνων με φόντο την απόλυτη αδιαφορία του κοινού μπρος στο γλωσσικό αλαλούμ. Συμπεριφερόμαστε προς τη γλώσσα, σαν να ήταν ένας απέραντος χώρος για ελεύθερη τσουλήθρα όπου ο καθένας πάει όπου θέλει, όπως θέλει. H γλώσσα φθείρεται και τελικά καταστρέφεται όταν οι χρήστες της δεν σέβονται τις μορφές της και ορισμένους παγιωμένους τύπους της - στοιχεία που συνδέονται με τη δύναμή της και επομένως με τις δικές μας επικοινωνιακές δυνατότητες.
Αν θεωρήσουμε ότι η γλώσσα μας είναι δημόσιο αγαθό, όπως ο αέρας που αναπνέουμε, θα πρέπει η πολιτεία να λάβει ορισμένα μέτρα, τουλάχιστον στα ηλεκτρονικά MME, που είναι οι πιο κεντρικοί και ισχυροί διαμορφωτές γλωσσικών τύπων. Διότι μέσα από αυτά αν δεν παράγονται, πάντως αναπαράγονται οι γλωσσικές φρικαλεότητες - ο «ΟκτώΜβριος», ο «ΣεΜπτέβριος» και άλλα ανάλογα με τα οποία, όσοι από μας έχουν διατηρήσει κάποια γλωσσική ευαισθησία, έχουν κυριολεκτικά «απΗυδήσει».
..........................................................................
*Ο Δημήτρης Δημητράκος είναι καθηγητής της Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Το κείμενο που παρουσιάζεται δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ στις 5 Ιανουαρίου 2005
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου