Το περίγραμμα της Νέας Παγκόσμιας Τάξης
του Νόαμ Τσόμσκι*
Οι δομές διακυβέρνησης τείνουν να συμφύονται με τους ισχυρούς στο εσωτερικό της χώρας και τους τελευταίους αιώνες με τους οικονομικά ισχυρούς. Η εξέλιξη αυτή συνεχίζεται.
Στους Financial Times, ο οικονομικός ανταποκριτής του BBC Τζέιμς Μόργκαν περιγράφει την «ντε φάκτο παγκόσμια κυβέρνηση», που αρχίζει σιγά σιγά να παίρνει μορφή: το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Παγκόσμια Τράπεζα, την ομάδα των επτά μεγαλύτερων βιομηχανικών χωρών, την GATT[1] κι άλλες δομές που σκοπό έχουν να υπηρετήσουν τα συμφέροντα των υπερεθνικών εταιρειών, των τραπεζών και των επενδυτικών εταιρειών σ' αυτή τη «νέα αυτοκρατορική εποχή». Στο άλλο άκρο, η Επιτροπή του Νότου παρατηρεί ότι «οι ισχυρότερες οικονομίες του Βορρά έχουν γίνει ντε φάκτο η διευθυντική ομάδα της παγκόσμιας οικονομίας, προστατεύοντας τα συμφέροντά τους κι επιβάλλοντας τη θέληση τους στο Νότο», όπου οι κυβερνήσεις «αντιμετωπίζουν την οργή, ακόμη και τη βίαιη εξέγερση των λαών τους, το βιοτικό επίπεδο των οποίων συρρικνώνεται καθημερινά, προκειμένου να εξασφαλιστούν τα τωρινά πρότυπα λειτουργίας του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος» –πράγμα που σημαίνει: η σημερινή δομή εξουσίας και η σημερινή κατανομή πλούτου. Ένα ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό των ντε φάκτο αναδυόμενων θεσμών διακυβέρνησης είναι η ανοσία τους στη λαϊκή επιρροή, ακόμα και εν πλήρη επιγνώσει. Ενεργούν πάντα εν κρυπτώ, δημιουργώντας έναν κόσμο υποταγμένο στις ανάγκες των επενδυτών: το πλατύ κοινό «το 'χουν βάλει στη θέση του» και την απειλή της δημοκρατίας την έχουν εξουδετερώσει. Η αντιστροφή αυτή στην πορεία εξάπλωσης που είχε ακολουθήσει η δημοκρατία κατά τους περασμένους αιώνες είναι ζήτημα μεγάλης σημασίας• εξίσου μεγάλη είναι και η σπουδαιότητα των νέων μορφών που έχει πάρει η διαστρέβλωση της κλασικής φιλελεύθερης θεωρίας στη διεθνή οικονομία. [...]
Στους Financial Times, ο οικονομικός ανταποκριτής του BBC Τζέιμς Μόργκαν περιγράφει την «ντε φάκτο παγκόσμια κυβέρνηση», που αρχίζει σιγά σιγά να παίρνει μορφή: το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Παγκόσμια Τράπεζα, την ομάδα των επτά μεγαλύτερων βιομηχανικών χωρών, την GATT[1] κι άλλες δομές που σκοπό έχουν να υπηρετήσουν τα συμφέροντα των υπερεθνικών εταιρειών, των τραπεζών και των επενδυτικών εταιρειών σ' αυτή τη «νέα αυτοκρατορική εποχή». Στο άλλο άκρο, η Επιτροπή του Νότου παρατηρεί ότι «οι ισχυρότερες οικονομίες του Βορρά έχουν γίνει ντε φάκτο η διευθυντική ομάδα της παγκόσμιας οικονομίας, προστατεύοντας τα συμφέροντά τους κι επιβάλλοντας τη θέληση τους στο Νότο», όπου οι κυβερνήσεις «αντιμετωπίζουν την οργή, ακόμη και τη βίαιη εξέγερση των λαών τους, το βιοτικό επίπεδο των οποίων συρρικνώνεται καθημερινά, προκειμένου να εξασφαλιστούν τα τωρινά πρότυπα λειτουργίας του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος» –πράγμα που σημαίνει: η σημερινή δομή εξουσίας και η σημερινή κατανομή πλούτου. Ένα ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό των ντε φάκτο αναδυόμενων θεσμών διακυβέρνησης είναι η ανοσία τους στη λαϊκή επιρροή, ακόμα και εν πλήρη επιγνώσει. Ενεργούν πάντα εν κρυπτώ, δημιουργώντας έναν κόσμο υποταγμένο στις ανάγκες των επενδυτών: το πλατύ κοινό «το 'χουν βάλει στη θέση του» και την απειλή της δημοκρατίας την έχουν εξουδετερώσει. Η αντιστροφή αυτή στην πορεία εξάπλωσης που είχε ακολουθήσει η δημοκρατία κατά τους περασμένους αιώνες είναι ζήτημα μεγάλης σημασίας• εξίσου μεγάλη είναι και η σπουδαιότητα των νέων μορφών που έχει πάρει η διαστρέβλωση της κλασικής φιλελεύθερης θεωρίας στη διεθνή οικονομία. [...]
Ακόμα περισσότερο, οι θεσμοί του υπερεθνικού κράτους υπηρετούν σε μεγάλο βαθμό άλλους αφέντες, όπως έκανε και κάνει ακόμα και η κρατική εξουσία. Και στην παρούσα περίπτωση, υπηρετούν τις ανερχόμενες υπερεθνικές επιχειρήσεις στον χρηματιστικό τομέα και σε άλλους κλάδους υπηρεσιών, τη βιομηχανία, τα ΜΜΕ και τις τηλεπικοινωνίες-θεσμούς που είναι ολοκληρωτικοί ως προς την εσωτερική δομή τους, εντελώς ανεύθυνοι, αυταρχικοί ως προς το χαρακτήρα τους και παντοδύναμοι. Στα πλαίσιά τους, ο κάθε συμμέτοχος έχει την ορισμένη θέση του μέσα στην αυστηρή ιεραρχία της κυριαρχίας, εφαρμόζοντας εντολές από πάνω και μεταφέροντάς τις προς τα κάτω. Όσοι έχουν μείνει απ' έξω, μπορούν να «μπουν στη δούλεψη» των αφεντικών και (αν είναι τυχεροί) ν' αγοράσουν αυτά που παράγουν. Η μεγάλη μάζα του πληθυσμού της Γης δεν έχει πολλές επιλογές. [...]
Μία από τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας είναι η ανάδειξη νέων κρατικών θεσμών που υπηρετούν τα συμφέροντα της υπερεθνικής οικονομικής εξουσίας. Μια άλλη είναι η εξάπλωση του τριτοκοσμικού κοινωνικού μοντέλου των δύο ταχυτήτων και στο βιομηχανικό κόσμο. Πρωτοπόρες σ' αυτήν την εξέλιξη είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες (λόγω της ασυνήθιστης δύναμης και ταξικής συνείδησης που έχει σ' αυτή τη χώρα ο επιχειρηματικός τομέας• οι Αμερικανοί επιχειρηματίες κατάφεραν ν' αποφύγουν το κοινωνικό συμβόλαιο που οι εργατικοί αγώνες επέβαλαν σε άλλα μέρη). Η παραγωγή μεταφέρεται σε περιοχές χαμηλών αμοιβών και κατευθύνεται σε προνομιούχους τομείς της παγκόσμιας οικονομίας. Μεγάλες μερίδες του πληθυσμού καθίστανται περιττές για τη διαδικασία παραγωγής, ίσως δε και για την αγορά. Οι μέρες, που ο Χένρι Φόρντ συνειδητοποιούσε ότι δεν θα μπορούσε να πουλήσει τ' αυτοκίνητά του παρά μόνον αν οι εργάτες του είχαν αξιοπρεπή μεροκάματα για να τ' αγοράσουν, έχουν παρέλθει
ανεπιστρεπτί. [...]
Σύμφωνα ακριβώς με τις επιδιώξεις και τις προσδοκίες των αρχιτεκτόνων της πολιτικής, οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις υπονόμευσαν τη βάση της λειτουργούσας δημοκρατίας, οδήγησαν τους πολίτες στην απομόνωση και τους ανάγκασαν να ζουν «ο καθένας για τον εαυτό του». Δεν τους «συνέθλιψαν» ακόμα, όπως στην Ανατολική Ευρώπη και στα άλλα μέρη του Τρίτου Κόσμου που βουλιάζει ολοένα και περισσότερο στην εξαθλίωση. Το ίδιο συμβαίνει και με τις κοινότητες των εργατών στην Αμερική, όπου άλλοτε οι άνθρωποι αγωνίζονταν μ' αισιοδοξία και θάρρος για την κοινωνική δικαιοσύνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ τώρα είναι ένα πλήθος μοναχικών, απελπισμένων και αποθαρρυμένων ανθρώπων. Μέσα σ' αυτόν τον αμερικανικό Τρίτο Κόσμο, που διογκώνεται ολοένα και περισσότερο στους κόλπους της αμερικανικής κοινωνίας, το βίαιο έγκλημα και τα άλλα συμπτώματα κοινωνικής παθολογίας αρχίζουν να παίρνουν ανησυχητικές διαστάσεις, στο βαθμό που οι ανθρώπινες αξίες διαβρώνονται υπό την πίεση της επιλεκτικής εφαρμογής των κανόνων της αγοράς. [...]
Η πραγματικότητα στη Δύση και στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου καθόλου δεν μοιάζει πια με τις ονειρώδεις φαντασίες που είναι σήμερα της μόδας, σχετικά με την ιστορία που συγκλίνει τάχα σ' ένα ιδεώδες ελευθέρων αγορών και δημοκρατίας, «σ' ένα μέλλον, του οποίου η Αμερική είναι ταυτόχρονα υπερασπιστής, θεματοφύλακας και υπόδειγμα».
Πόσο μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση; Θα δημιουργηθεί πράγματι μια διεθνής κοινωνία πάνω στα πρότυπα του Τρίτου Κόσμου, με νησίδες αφθονίας και προνομιούχου πολυτέλειας μέσα σε πελάγη δυστυχίας και μιζέριας –νησίδες, που θα είναι ίσως μεγάλες σε πλουσιότερες χώρες– και με ελέγχους ολοκληρωτικής φύσης μέσα σε δημοκρατικές μορφές, οι οποίες με ταχείς ρυθμούς χάνουν το νόημα και το περιεχόμενο τους, καταντώντας απλή πρόσοψη; Ή η λαϊκή αντίσταση, που πρέπει με τη σειρά της να διεθνοποιηθεί, αν θέλει να πετύχει, θα μπορέσει να αποδιαρθρώσει αυτές τις εξελισσόμενες δομές βίας και κυριαρχίας και να συνεχίσει την εδώ και αιώνες υπάρχουσα πορεία της εξάπλωσης της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας, των οποίων η ανάπτυξη έχει τώρα διακοπεί, ακόμα και αναστραφεί; Αυτά είναι τα μεγάλα και σημαντικά ερωτήματα για το μέλλον.
..........................................
* Ο Νόαμ Τσόμσκι (1928, Φιλαδέλφεια ΗΠΑ) είναι Αμερικανός ακαδημαϊκός, στοχαστής και καθηγητής Γλωσσολογίας του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης (MIT). Το κείμενο είναι απόσπασμα από το έργο του, «Παλιές και νέες τάξεις πραγμάτων», μεταφρασμένο από την Μαρία Αγγελίδου
1 Γκάττ (Gatt): διεθνής οργανισμός στα πλαίσια της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου (Π.Ο.Ε.), που ασχολείται κυρίως με την απελευθέρωση της αγοράς στον τομέα των αγροτικών προϊόντων και επιδιώκει την κατάργηση των προστατευτικών μέτρων που παίρνουν πολλές χώρες για τα αγροτικά προϊόντα και τους αγρότες τους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου