Πού κατοικεί η μνήμη;
του Κώστα Γεωργουσόπουλου*
Αλήθεια, τι είναι ένα μουσείο; Ας δούμε κατ' αρχάς πότε και γιατί εμφανίστηκε αυτός ο πολιτιστικός θεσμός. Αρχικά σε εποχές πνευματικής κρίσεως, όταν αλλοιώνεται ή μεταποιείται ή αμφισβητείται μια εθνική, πολιτική ή πολιτιστική ταυτότητα. Ή όταν, συχνά στην Ιστορία, αλλάζουν οι πληθυσμιακοί συσχετισμοί. Είναι άρα υπόθεση μνήμης, επιβεβαίωσης της εθνικής ταυτότητας ή, επίσης συχνά, στερέωση μιας αλλαγής στις αξίες, στο εν γένει αξιακό σύστημα μιας κοινότητας. Πάρτε αυτή την τελευταία άποψη για να αντιληφθούμε τι σημαίνει η ίδρυση και η συντήρηση ενός μουσείου του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος εδώ και αλλού. Ή, για να αναφερθώ σε άλλους χώρους μνήμης, η ύπαρξη και η συντήρηση ενός ταχυδρομικού μουσείου (γνωρίζετε ότι υπάρχει στην Ελλάδα, στην πλατεία του Καλλιμάρμαρου Σταδίου;).
Στην Κρήτη υπάρχει ένα έξοχο Μουσείο Τυπογραφίας, με παμπάλαιες μηχανές από την εποχή του Γουτεμβέργιου. Το ένα από τα τρία παραδείγματα που έφερα αναφέρεται στο δράμα ενός λαού, το άλλο στις διαδικασίες επικοινωνίας, το τρίτο σε εργαλεία. Στο Πολεμικό Μουσείο εκτίθενται όλα τα εργαλεία που εφηύρε ο άνθρωπος για να αμύνεται και δυστυχώς να σκοτώνει τον εχθρό, εσωτερικό ή εξωτερικό. Υπάρχουν μουσεία που εκθέτουν εργαλεία και τρόπους καλλιέργειας και συντήρησης και διοχέτευσης προϊόντων της γης. Μουσεία οίνου, μουσεία ελαιουργίας, βάμβακος, μουσεία υφαντουργίας και ενδυμασίας. Στο έξοχο μουσείο που ίδρυσε στο Ναύπλιο η σκηνογράφος και ενδυματολόγος Παπαντωνίου μπορεί ο επισκέπτης να «δει» την αφήγηση από την τελετή της κουράς των προβάτων έως τη βαφή, τη διαδικασία της μετατροπής του μαλλιού σε κλωστή, τον αργαλειό και τα σχέδια υφάνσεως, τη ραπτική και τα σύνεργά της και εκτεθειμένα ενδύματα, από μωρουδιακά έως γυναικείες αμφιέσεις, ανδρικές, ναυτικές, στρατιωτικές, νυφικά, αλλά και χαλιά, κουρελούδες, τραπεζομάντιλα, αντίσκηνα, σημαίες κ.τ.λ.
Στην Πλάκα υπάρχει το Μουσείο Μουσικών Οργάνων, όπου εκτίθενται κυρίως λαϊκά όργανα. Εκεί λοιπόν δεν βλέπεις απλώς εργαλεία που παράγουν μουσικούς ήχους, αλλά πολύ συχνά και την ιστορία τους που σε πληροφορεί πώς ένας λαός με την ευφυΐα του και τις ανάγκες του αλλάζει τις χρήσεις των εργαλείων. Ετσι, με έκπληξή του ο επισκέπτης θα πληροφορηθεί πως το ελληνικό λαϊκό κλαρίνο το έμαθε ο Ελληνας από τις μπάντες των Βαυαρών του Οθωνα. Δεν είναι μουσικό όργανο λαϊκό πριν από το 1830. Κι όμως, το δανείστηκε και του άλλαξε κλειδιά και του εμφύσησε άλλους ρυθμούς και ήχους!
Στην Πλάκα υπάρχει Μουσείο Λαϊκής Τέχνης, όπου σου αποκαλύπτονται η εφευρετικότητα, η έμπνευση σε σχέση με τη χρήση των υλικών και η καλλιτεχνική φαντασία συναρτήσει της ανάγκης της καθημερινότητας. Από τη σαρμανίτσα (το κρεβάτι του μωρού) έως το σάβανο, από το τσουκάλι έως τον αργαλειό, από το σουραύλι έως το λαϊκό βιολί, από το ράσο έως τον επιτάφιο, ο λαός βρίσκει λύσεις, ασκεί τη φαντασία του πλουτίζοντας το περιβάλλον του με νέες μορφές και ικανοποιώντας απαιτητικές ανάγκες της γέννας, του θανάτου, της αρρώστιας, της αναπηρίας, τις νέες απαιτήσεις λόγω νέων λύσεων που υποχρεώνει με αδιέξοδα η ζωή, και συνεχώς εξελίσσεται. Από το καντήλι στην γκαζιέρα, από το σταμνί στην παγωνιέρα, από την πλάκα και το κοντύλι στη γραφομηχανή, από την κλωστή και τη βελόνα στη ραπτομηχανή, από τον φούρνο με τα ξύλα στην ψηστιέρα και από το μαγκάλι στη θερμάστρα.
Τα μουσεία αφηγούνται την ιστορία του ανθρώπου από την εποχή που έκανε τα τέσσερα πόδια δύο και άρχισε να καταφεύγει στα σπήλαια και να τα φράζει για να μην μπάζουν η βροχή και ο αέρας έως τον αραμπά και το αυτοκίνητο και το αεροπλάνο. Υπάρχουν μουσεία αεροπλάνων και στην Ελλάδα!
Στην Εθνική Βιβλιοθήκη παλιότερα υπήρχε έκθεση βιβλίου. Και δεν ήταν μόνο η τεχνική που μελετούσε βλέποντας ο επισκέπτης. Αλλά και ποια βιβλία πρωτοτύπωσαν οι εφευρέτες. Την Αγία Γραφή και τον Ομηρο!
Επανέρχομαι στην αρχή αυτών των σκέψεων. Τα μουσεία πρωτοεμφανίστηκαν ως θεσμοί ήδη στους αλεξανδρινούς χρόνους. Η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας ήταν η πρώτη μεγαλειώδης αφήγηση της αποταμίευσης της έως τότε τυπωμένης γνώσης της ανθρωπότητας.
Αν θέλετε να αντιληφθείτε πότε άρχισε να ταλανίζει τον πολιτισμό η πλημμυρίδα των Ταλιμπάν και του ISIS, δεν έχετε παρά να θυμηθείτε πως ο Ομάρ, διάδοχος του Μωάμεθ, έκαψε τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Οταν κατέλαβε την πόλη (πολυεθνική με 3 εκατομμύρια κατοίκους) στάθηκε• έθεσε το «αριστοτελικό» του δίλημμα: «Αν τα βιβλία αυτής της Βιβλιοθήκης συμφωνούν με το Κοράνιο, είναι περιττά. Αν διαφωνούν, είναι επικίνδυνα. Αρα, συμφωνούν ή διαφωνούν, να καούν»! Και μας στέρησε από 500.000 χειρόγραφα και πορευόμαστε περίπου με 60.000!
Στον ρομαντισμό οφείλουμε στον σύγχρονο κόσμο την ίδρυση μουσείων και τη Μουσειολογία ως επιστήμη.
Την εποχή που η Ευρώπη μετά την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό ανακαλύπτει, απαλλαγμένη από την ηγεμονία του Βατικανού και μετά τη μεταρρύθμιση του Λουθήρου, την ταυτότητα κάθε ανθρώπινης ομάδας μέσω της γλώσσας, των ηθών, των λαϊκών παραδόσεων κ.τ.λ. και αισθάνεται την ανάγκη μιας εθνικής αφηγήσεως, συγκεντρώνει μνημεία του παρελθόντος και αναζητεί τις ρίζες της. Είναι τότε που εμφανίζονται η Αρχαιολογία και η Λαογραφία, η πρώτη αναζητεί τις βαθύτερες ρίζες στο παρελθόν και η δεύτερη, κατά τον ελληνικό ορισμό, είναι η επιστήμη του παρόντος ζώντος λαού, γι' αυτό και ασχολείται με την παράδοση (ό,τι έχει φτάσει έως εδώ και έχει παραδοθεί), οι Ευρωπαίοι ομιλούν για επιβιώματα!
Σ' αυτήν τη λογική ιδρύθηκαν και οι πινακοθήκες, όπου ο καθένας μπορεί να ερευνήσει ή απλώς να πληροφορηθεί την περιπέτεια των μέσων που επέλεξε ο άνθρωπος για να αποτυπώσει την εικόνα που του προξένησαν η φύση, οι ελπίδες και οι τρόμοι.
Σ' ένα μουσείο μουσικής, εκτός από τα μουσικά όργανα, συγκεντρώνονται οι τρόποι διάσωσης των μουσικών καταθέσεων χιλιάδων χρόνων. Σήμερα, εκτός από τα γραπτά τεκμήρια, έχουμε και τις ηχητικές αποτυπώσεις.
Σ' ένα μουσείο χορού, αρχιτεκτονικής και πιο ειδικευμένα όπερας, θεάτρου, δίσκου, σκίτσου, δεν διασώζονται μόνο έργα προς θαυμασμό ή απόρριψη, αλλά κυρίως μεθόδων, λύσεων, πρωτοτυπίας και ηθικών επαναπροσανατολισμών. Π.χ. ένα μουσείο σεξουαλικότητας, πέρα από τα ερωτικά σύνεργα, μας αναγκάζει να πάρουμε θέση πάνω σε θεμελιώδη προβλήματα ηθικής, αν θέλουμε να αντιληφθούμε τα ήθη και τη νοοτροπία μιας εποχής, μιας κοινωνίας, μιας θρησκείας όταν αντικρίζουμε μια ζώνη αγνείας ή κτηνώδη εκτρωτικά σύνεργα.
Στο Θεατρικό Μουσείο της Ελλάδας, πέρα από τα ντοκουμέντα της θεατρικής ιστορίας που εκτίθενται από την εποχή των παραδουνάβιων χωρών (Βουκουρέστι - Οδησσός), όπου οι Ελληνες της Διασποράς εμπνέουν τους ομογενείς με πατριωτικά έργα του παρελθόντος (όπως ο Σολωμός και ο Κάλβος στην ποίηση), εκτίθενται εκτός από χιλιάδες φωτογραφίες, αφίσες, προγράμματα, παρτιτούρες, κοστούμια, χειρόγραφα, δημοσιεύματα, βιβλία σε πέντε γλώσσες και ηχητικά τεκμήρια, υπάρχει υλικό που μπορεί να καλύψει πολυαίθουσες εκθέσεις με θέμα: το αγγλικό, το γαλλικό, το ρωσικό, το γερμανικό, το ιταλικό, το αμερικανικό, το σκανδιναβικό, το ασιατικό, το ισπανικό θέατρο στην Ελλάδα ενάμιση αιώνα. Και σε μια έκθεση το πολωνικό, το τσεχικό, το τουρκικό, το ρουμανικό, το βουλγαρικό και το νοτιοαμερικανικό θέατρο.
Υπάρχουν δέκα μεγάλοι ευρωπαίοι και αμερικανοί θεατρικοί συγγραφείς που παίχτηκαν στην Αθήνα έξι μήνες μετά την πρεμιέρα στη χώρα τους.
……………………………….
*Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος είναι φιλόλογος, αρθρογραφός, επιφυλλιδογράφος, θεατρικός κριτικός. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην καθημερινή εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, στις 3 Νοεμβρίου 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου