Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2018

Κοινωνική ένταξη - συμπεριφορές – επικοινωνία

Ο έφηβος μέσα από τη διαδικασία αναζήτησης ταυτότητας
της Νέλλης Τζινιέρη*

   Η εφηβεία είναι φαινόμενο βιοψυχοκοινωνικό και κατ΄επέκταση η ωρίμανση ποικίλλει τόσο ατομικά, κλιματολογικά, όσο και με βάση τους εκάστοτε κοινωνικοπολιτισμικούς όρους.

Είναι γνωστό ότι κατά την περίοδο αυτή συντελούνται οι πιο σημαντικές αλλαγές στη ζωή του ανθρώπου, τόσο βιολογικής- οργανικής φύσης όσο και ψυχικής - κοινωνικής. Ο έφηβος λοιπόν προσπαθεί ν’ αποκτήσει μια δική του ταυτότητα, έτσι ώστε να καταφέρει ν’ αποκαταστήσει τη χαμένη ισορροπία, λόγω των παραπάνω αλλαγών.
  Η πορεία προς την αυτονόμηση εντοπίζεται κυρίως σε δύο επίπεδα: α) ατομικό και β) κοινωνικό (προσαρμογή στην κοινωνική πραγματικότητα).
  Στο ατομικό επίπεδο η ιδιοσυγκρασία του ατόμου και η προσωπική του ιστορία παίζει σημαντικό ρόλο για τις επιλογές του. Από την άλλη, σε κοινωνικό επίπεδο, σήμερα που οι κοινωνικές απαιτήσεις και οι αλλαγές είναι πάρα πολύ έντονες, μπορούμε να πούμε ότι η εφηβεία «καταβρόχθισε» την παιδική ηλικία και απομάκρυνε την ωριμότητα. «Ευνοημένη» λοιπόν είναι η εφηβεία αλλά χαρακτηρισμένη από ένα ιδιαίτερο γνώρισμα αγωνίας για επαγγελματική κατάρτιση, που συνεπάγεται ένα μακροχρόνιο, πολλές φορές, πρόγραμμα αποκλειστικής προετοιμασίας και παίρνει συχνά χαρακτήρα «εγκλεισμού». Κι ενώ εξυμνείται και λατρεύεται η εφηβεία, ο έφηβος, περιχαρακωμένος κι όχι αυτόνομος, ανακαλύπτει τις δομές που τον φυλακίζουν, την οικογένεια και το σχολείο.
  Συνοψίζοντας, η μάχη των εφήβων δίνεται σε 2 μέτωπα:
1. Στον εσωτερικό κόσμο των συγκρούσεων που πρέπει να επιλυθούν (επαναπροσδιορισμός της προσωπικότητας) και
2.  Στις σχέσεις τους με τον εξωτερικό κόσμο που βρίσκεται σε συνεχή ανασχηματισμό ( αυτονομία από την οικογένεια, ένταξη στον κοινωνικό ιστό)
  Κυρίαρχα χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου είναι, μεταξύ άλλων:
•   Η ανάγκη για μια νέα, σταθερή εικόνα (αντίληψη) εαυτού, μέσα από επίπονες συχνά αναζητήσεις και συγκρούσεις αλλά και μέσα από τις σχέσεις του με τους άλλους
• Η ανάγκη για αυτονομία και αντιπαράθεση με παραδοσιακές μορφές εξουσίας (όπως οι γονείς και το σχολείο) και η ταυτόχρονη εξάρτηση- συμμόρφωσή του με τις ομάδες συνομηλίκων
•   Η ανάγκη για μια «επιτυχή» ανάληψη νέων ρόλων
•  Η αναζήτηση νέων τρόπων σχετίζεσθαι με το οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον
• Η ανάγκη αντιπαράθεσης των επιθυμιών και των αναγκών τους με την πραγματικότητα   

Η ΕΦΗΒΕΙΑ ΣΑΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΚΡΙΣΗ
  
 Αν δεχτούμε πως κρίση είναι η αλλαγή ισορροπίας σ΄ένα υπάρχον σύστημα, η εφηβεία είναι παράγοντας οικογενειακής κρίσης αφού:
•    η αλληλεπίδραση γονέων - εφήβων φέρνει αλλαγές και στους γονικούς ρόλους
•    με βάση τη θεωρία των συστημάτων: η εφηβεία έχει σαν αποτέλεσμα μια φυσιολογική σύγκρουση και συμβάλλει σε μια φυσιολογική  μεταβολή της ισορροπίας
  Η κίνηση που εμπεριέχει η εφηβεία (όπως σωστά αναφέρεται στο λατινικό ρήμα αdolesco=μεγαλώνω, αυξάνω) προκαλεί αναστάτωση, κρίση και έντονη ανασφάλεια. Είναι επίμονη, χρονοβόρα και αποκαλυπτική.
  Ο E. Erricson (1965-1968)  περιγράφει την εφηβεία ως ένα από τα διαδοχικά στάδια του κύκλου της ζωής με μια αναπτυξιακή κρίση που πρέπει να επιλυθεί και έχει 2 πόλους: την απόκτηση ταυτότητας και τη σύγχυση ρόλων. Από την παιδική ηλικία αρχίζει λοιπόν η αγωνιώδης προσπάθεια να βρει ο άνθρωπος ικανοποιητικές  απαντήσεις στα ερωτήματα: ποιος είμαι, που πάω, με ποιους, γιατί, σε ποιον κόσμο; 

Στην αναζήτηση αυτή είναι δυνατό να δοκιμάσει διάφορες ταυτότητες, ποικίλες σχέσεις και ν΄ αναλάβει διάφορους ρόλους, προκειμένου, οργανώνοντας το εγώ, να μετακινηθεί από μια συμβιωτική σχέση (γονείς), σε κάποιο διαχωρισμό που τελικά θα πάρει τη μορφή του αποχωρισμού με τη σταδιακή είσοδο στην ενήλικη ζωή, με κατεύθυνση την ωριμότητα (χαρακτηριστικά: αυτονομία, προσαρμογή στο πραγματικό, απάρνηση κάποιων ουτοπικών  ψευδαισθήσεων, αντοχή σε ένα βαθμό της μοναξιάς και των ματαιώσεων, συμμετοχή στα κοινά , ευελιξία και δυνατότητα αναπροσαρμογής σε αλλαγές της ζωής, αγάπη, σεβασμό και αποδοχή εαυτού, σεβασμό στα δικαιώματα και τις ιδέες των άλλων, δυνατότητα δημιουργίας ποιοτικών συναισθηματικών  δεσμών).

  Η προσπάθεια, λοιπόν, του εφήβου για αυτονομία, συχνά διαταράσσει την ηρεμία και σταθερότητα που προϋπήρχε στις σχέσεις της οικογένειας, καθώς οι γονείς δεν είναι ποια σε θέση να κάνουν σχέδια για το παιδί τους και να ασκούν την ίδια επιρροή πάνω του. Συχνά αισθάνονται ότι το «χάνουν», καθώς αυτό δεν αποδέχεται την κυριαρχία τους και συγχρόνως αναζητά καταφύγιο αλλά και πρότυπα στις παρέες των συνομηλίκων, ενώ δεν επιτρέπει στους γονείς να παρεμβαίνουν στην προσωπική του ζωή.
  Αναμφισβήτητα κάθε γονιός αγαπά το παιδί του και θα ήθελε το καλύτερο για την εξέλιξή του. Συμβαίνει συχνά όμως, οι προσδοκίες που έχει να μην ανταποκρίνονται στα χαρακτηριστικά και τις ικανότητες- δεξιότητες των παιδιών του αλλά να πηγάζουν από βαθύτερες δικές του ανεκπλήρωτες επιθυμίες ή αξίες ζωής. 

Ενώ λοιπόν ο έφηβος με την αντιδραστικότητά του δηλώνει ότι έχει ανάγκη από τη συμπαράσταση των γονιών και ταυτόχρονα από ασφαλή όρια με σεβασμό στην προσωπικότητά του (Winnicott 1965), οι γονείς μπορεί να αντιδράσουν με επιβολή αυστηρού ελέγχου και απαγορεύσεων για να διατηρήσουν την εξάρτηση του παιδιού από αυτούς. 
  Άλλοτε πάλι επειδή οι ίδιοι στο παρελθόν είχαν καταπιεστεί λόγω παλιών παιδαγωγικών πρακτικών, είναι πολύ ανεκτικοί, χωρίς να ακολουθούν ένα σαφές και καθορισμένο πλαίσιο κανόνων και συμπεριφορών, ενώ δε συμφωνούν και μεταξύ τους για την ανατροφή των παιδιών τους.

  Οι παραπάνω πρακτικές όμως εντείνουν την κρίση και συχνά οδηγούν τον έφηβο σε αδιέξοδα, καθώς θα προσπαθήσει να λυτρωθεί από τη σωρευμένη ένταση συχνά με παραπτωματική συμπεριφορά, φυγή, εξάρτηση από ουσίες κλπ.
    
      ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ ΚΑΙ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ

  Όπως έχει προαναφερθεί, μέσα από τους μηχανισμούς της μίμησης και της ταύτισης, ο έφηβος κάνει τις επιλογές του και προετοιμάζεται για την ενήλικη ζωή. Τα μηνύματα που δέχεται είναι πολλά (από τους φορείς κοινωνικοποίησης) και συχνά αλληλοσυγκρουόμενα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πρότυπα.
  Καλείται λοιπόν να ανταποκριθεί σε κάποια μοντέλα «φυσιολογικότητας» που αφορούν σε αξίες και συμπεριφορές, και που είναι καθορισμένα από το κοινωνικό του περιβάλλον.
Το περιβάλλον όμως αυτό, ανάλογα με τους σκοπούς και τις ανάγκες που θέλει να υπηρετήσει, χρησιμοποιεί στερεότυπα για το τι είναι καλό και πρέπον και γιατί, και για το τι δεν είναι.
  Ετσι, η εφηβεία κατέκλεισε τον κόσμο των ενηλίκων με τη μορφή κυρίως δύο αντιθετικών στερεοτύπων:
• Ο έφηβος είναι θύτης (βίαιος, απαιτητικός, επικριτικός χωρίς κανόνες, ηθικούς φραγμούς, κλπ)
• Ο έφηβος είναι θύμα (παθητικός, ανήμπορος μπροστά στη διαφθορά του ενήλικα, εύπιστος, ανώριμος,κλπ)
  Το στερεότυπο λειτουργεί σαν «καθρέπτης» που η κοινωνία προσφέρει στον έφηβο για να δει μέσα την εικόνα του εαυτού του, την οποία βαθμιαία θεωρεί αυθεντική και συμμορφώνεται προς αυτή. Έτσι ο κύκλος των προσδοκιών πραγματώνεται: ο ενήλικας, πεπεισμένος για την αξία του στερεότυπου, προκαλεί ασυνείδητα τον έφηβο να εκδηλώσει την αναμενόμενη συμπεριφορά. Και ο έφηβος δεν έχει παρά να ανταποκριθεί στην εικόνα που έχουν οι άλλοι γι΄ αυτόν.
  Ας μην ξεχνάμε επίσης πως στη σημερινή κοινωνία το κυρίαρχο μοντέλο (στερεότυπο) που προωθείται (και από τα ΜΜΕ) είναι πως η ζωή ανήκει στον πιο διάσημο, στον πιο ωραίο, δυνατό και ευκατάστατο.
  Στην καταναλωτική κοινωνία του σήμερα, παραγκωνίζονται συχνά τα συναισθήματα, το πνεύμα της κοινότητας, η αλληλεγγύη, ο ενθουσιασμός, η δημιουργικότητα, η φαντασία. Πολλοί νέοι υποφέρουν γιατί αισθάνονται ότι ζουν σ’ έναν κόσμο που στερείται αυθορμητισμού, αξιοκρατίας, δικαιοσύνης και η άρνηση ένταξής τους  σε μια πραγματικότητα που απεικονίζει την υποκρισία, το συμβιβασμό και την έλλειψη ανθρώπινων και ειλικρινών σχέσεων, αποτελεί μια αγωνιώδη αναζήτηση επικοινωνίας, μακριά από τις αλλοτριωμένες συμπεριφορές των ενηλίκων. Έτσι επαναστατεί και χρησιμοποιεί κι αυτός το περιβάλλον, ανάλογα, σε μια προσπάθεια να λύσει τα ενδοψυχικά του προβλήματα.
  Όσο πιο άσχημα νιώθει ο έφηβος, τόσο λιγότερες δυνατότητες έχει να εκφράσει τις δυσκολίες του στο περιβάλλον του.
Αν δεν έχει την κατάλληλη υποστήριξη περνάει στην πράξη:
•      ΠρώΪμα συμπτώματα: προβλήματα συμπεριφοράς που οδηγούν σε δυσπροσαρμογή: επιθετικότητα ή απόσυρση, δυσκολίες στον ύπνο, σχολική άρνηση, σχολική αποτυχία, διαταραχές στην πρόσληψη τροφής, περιστασιακή χρήση ουσιών.
•      Ακραία συμπτώματα:χρήση και κατάχρηση ουσιών, συμμετοχή σε συμμορίες, φυγή από το σπίτι, κατάθλιψη, απόπειρες αυτοκτονίας. 
  Αναρωτιόμαστε λοιπόν, τι θα μπορούσε να γίνει ώστε ο έφηβος να νιώσει ασφαλής, ποιο θα ήταν το «κλειδί» για το ξεπέρασμα των αδιεξόδων στην επικοινωνία; Τι θα βοηθούσε ώστε να στηριχτεί ο νέος άνθρωπος στα δικά του πόδια, έχοντας μια καλή εικόνα του εαυτού του και τελικά να αισθάνεται πως έχει αξία; Πρακτικά, τι μπορούμε να κάνουμε ως γονείς για να χειριστούμε τέτοιες καταστάσεις;
  
Επικοινωνία: Προτάσεις για την αποφυγή των συγκρούσεων: στην οικογένεια, στο σχολείο.

  Το ζητούμενο λοιπόν, όταν παρουσιάζονται τα προβλήματα εφηβείας δεν είναι κάποια μαγική συνταγή επίλυσής τους- κάτι το οποίο δεν υπάρχει- αλλά η επαναδιαπραγμάτευση της σχέσης στην οικογένεια, μέσα από ειλικρινή διάλογο.
  Το ιδανικό θα ήταν να έχουμε εκπαιδευτεί μερικά χρόνια πριν την εφηβεία των παιδιών για να είμαστε όσο το δυνατό πιο λειτουργικοί στο ρόλο μας ως γονείς μέσα από την καθημερινή μας συμπεριφορά. Όμως ακόμα κι αν κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει, πάντα υπάρχει ο χρόνος, αν το επιθυμούμε, να το αντιμετωπίσουμε όσο το δυνατό πιο θετικά.

Λειτουργικές (θετικές) γονικές πρακτικές
  Επηρεάζουμε με αυτό που είμαστε και όχι με αυτό που λέμε. Είναι ανάγκη να διαμορφώσουμε μια εποικοδομητική στάση η οποία θα έχει ελπίδες να επηρεάσει θετικά τον έφηβο. Η αλλαγή συμπεριφοράς δεν επιβάλλεται αλλά επιτυγχάνεται αν είναι συνειδητή επιλογή του.
   Οι έφηβοι μας προκαλούν είτε ως γονείς είτε ως κοινωνία να πάρουμε θέση για το πιο απλό ως το πιο σύνθετο πρόβλημα. Αντί λοιπόν να μας πιάνει πανικός, που πάντα οδηγεί σε λανθασμένες αντιδράσεις, θα ήταν πιο χρήσιμο να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τη συμπεριφορά του εφήβου: ποια είναι η δύσκολη κατάσταση που βιώνει και ευνοούνται τέτοιες αντιδράσεις.
    Πριν από την ερώτηση γιατί πρέπει να να υπάρχει η ερώτηση τι και η ερώτηση πώς
  Ναι στον ισότιμο διάλογο, όχι στο μονόλογο. Να διαμορφώσουμε συνθήκες για να ακούσουμε τα παιδιά μας, να τους δώσουμε χώρο να εκφραστούν, με σεβασμό και εκτίμηση και στη δική τους άποψη, όπου θα έχουν την ευκαιρία να μας πείσουν και τελικά να μιλάμε για όρια και ευθύνες όχι όπως εμείς τα θέλουμε, αλλά αυτά που θα συμφωνήσουμε και που θα τηρήσουμε όλοι.
    Ενθαρρύνουμε τα παιδιά μας για να καταλάβουν ,ότι πιστεύουμε στις ικανότητές τους. Η ενθάρρυνση τα βοηθά να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες με περισσότερη σιγουριά. Έτσι ενισχύουμε την αυτοεκτίμησή του σ’ ‘ένα πλαίσιο σεβασμού για τον εαυτό, σιγουριάς για τις πράξεις και αποφάσεις του και αισιοδοξίας για τη ζωή (θετική σκέψη).
   Χαρακτηρίζουμε τη συμπεριφορά κι όχι το ίδιο το παιδί μας. Λέμε για παράδειγμα:είναι ανεύθυνο να γυρίσεις αργά, χωρίς να μας ειδοποιήσεις αντί είσαι ανεύθυνος/η.
  Αγαπάμε το παιδί μας όπως είναι κι όχι όπως θα θέλαμε να είναι.Η αγάπη και η αποδοχή οδηγεί το παιδί και τον έφηβο στην πεποίθηση ότι αξίζει (Καραθανάση 2003).
 Επενδύουμε στην εξωλεκτική επικοινωνία, μέσω της οποίας μεταδίδεται το συγκινησιακό μέρος ενός μηνύματος.
  Διαπραγματευόμαστε τους κανόνες και τα όρια ανάλογα με την ωριμότητα, την ιδιοσυγκρασία και τις ανάγκες όλων των μελών της οικογένειας.
     Αξιοποιούμε τις ομάδες γονέων όπου προκαλείται συγκινησιακή εμπειρία μέσα από το βίωμα: «βιώνεται η συνάντηση του εαυτού με το περιβάλλον και τον άλλο» κι έτσι δίνεται στους γονείς η ευκαιρία - μέσα απ’ την αλληλεπίδραση και το μοίρασμα-της θετικής αντιπροσφοράς και ανατροφοδότησης.

Δυσλειτουργικές (αρνητικές) γονικές πρακτικές:
Διαταγές – απειλές – παραινέσεις- ηθικολογίες – συμβουλές – κριτική και χαρακτηρισμοί – ειρωνεία – αυθαίρετες ερμηνείες – ανάκριση – ντάντεμα – ενοχές – αδυναμία έκφρασης συναισθήματος – πλήρης αποφυγή σύγκρουσης – αδυναμία να θέτουν δίκαια και σταθερά όρια – ζητούν από τα παιδιά τους να παίρνουν θέση στη σχέση του ζευγαριού – καταχρήσεις ή εξαρτήσεις από ουσίες.

Αντίδραση εφήβου: διαμορφώνει μηχανισμούς αντιμετώπισης των κακών γονικών πρακτικών
             Απόκρυψη συναισθημάτων και ψευδολογία
             Συμμαχίες
             Αρνητισμός
             Επίρριψη ευθυνών σε άλλους, εξαπάτηση
             Επιθετικότητα και τάση για εκδίκηση
             Τάση για επιβολή και τρομοκράτηση άλλων
             Κολακεία
             Η ανάγκη για νίκες και μη αντοχή στις ήττες
             Υποχώρηση-συμμόρφωση
             Φόβος δοκιμής νέου και αίσθημα ανασφάλειας
             Χαμηλή αυτοεκτίμηση
    Ως τελικό συμπέρασμα αυτής της αναφοράς θα μπορούσε να είναι η εξής πρόταση προς τους γονείς. Να υπάρξει μια μετακίνηση από τη θέση «πώς θα κάνω τον έφηβο να αλλάξει συμπεριφορά» στη θέση «τι πρέπει να αλλάξει στη δική μου συμπεριφορά», που με τη σειρά της θα μπορεί να επιδράσει θετικά σε στάσεις και συμπεριφορές των εφήβων.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ  ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
    «Η τέχνη να είσαι γονιός», Μ. Γεωργίου-Νίλσεν, εκδόσεις Καστανιώτη 
«Παιδικότητα και εφηβεία», Τ.Α. Χάντφηλντ, εκδόσεις Θυμάρι 
«Η κοινωνική ανάπτυξη του εφήβου», Μ. Ρειμόν Ριβιέ, εκδόσεις Καστανιώτη 
«Έφηβοι» προβλήματα και ανησυχίες, Φρ. Ντολτό-Κ. Ντολτό-Τόλιτς, εκδόσεις Πατάκη 
«Ο έφηβος και η οικογένεια» Δύο συμπόσια, Α. Δοξιάδη-Τρυπ, εκδόσεις της Εστίας 
«Γονείς και έφηβοι» από τις συγκρούσεις στη συνεργασία, Ντινκμαγιερ, Ντον, Μακκέι, Γκάρυ, εκδόσεις Θυμάρι 
«Βασικές αρχές παραδοχής, ενθάρρυνσης, πειθαρχίας και σχέσεων γονέων-εφήβων»,  Ντον, Μακκέι, Γκάρυ, Κάρλσον,Τζον, εκδόσεις Θυμάρι 
«Κερδίστε τους εφήβους από το 13-19 στο σπίτι και στο σχολείο»,Φ. Γουόλτον, εκδόσεις Θυμάρι
 «Γονείς, έφηβοι και όρια»Πώς να τραβήξετε τη γραμμή, Μπλούσταιν Τζ., εκδόσεις Δίοδος 
«Οι τρεις ταυτότητες της ελληνικής οικογένειας»,Χ. Κατάκη, εκδόσεις Κέδρος 
«Δημιουργία και διακοπή των συναισθηματικών δεσμών», Τζ. Μπόλμπυ, εκδόσεις Καστανιώτη
 «Το ζευγάρι ο εύθραυστος δεσμός»,Α. Ναπιερ, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα 
«Τα παιδιά δε θέλουν ψυχολόγο .Γονείς θέλουν», Ν. Σιδέρης, εκδόσεις Μεταίχμιο 

«Οι συμφωνίες των συζύγων για τις συνέπειες του διαζυγίου», Α. Κοτζάμπαση, εκδόσεις Σάκκουλα   , εκπαιδευτικός-κοινωνική ψυχολόγος, στέλεχος του ΣΣΝ Δ΄Αθήνας

ΠΗΓΗ: Συμβουλευτικός Σταθμός Νέων - Δ΄ Αθήνας
.....................................
* Η Νέλλη Τζινιέρη είναι εκπαιδευτικός-κοινωνική ψυχολόγος, στέλεχος του Συμβουλευτικού Σταθμού Νέων  Δ΄Αθήνας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου