Το κοριτσάκι με τα σπίρτα
Του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν
Έκανε κρύο φοβερό, έπεφτε χιόνι πυκνό και είχε αρχίσει να νυχτώνει• το βράδυ, το τελευταίο βράδυ του χρόνου, πλησίαζε. Αλλά, παρά το κρύο και το σκοτάδι, ένα φτωχό κοριτσάκι, ξεσκούφωτο και ξυπόλητο, γύριζε στους δρόμους. Όταν από το σπίτι της φορούσε παντόφλες, αλλά ήτανε μεγάλες –αφού ανήκανε στη μητέρα της– και της έφυγαν από τα ποδαράκια κάποια στιγμή που διέσχιζε τρέχοντας τον δρόμο για ν’ αποφύγει δυο άμαξες. Η μία παντόφλα χάθηκε, την άλλη την άρπαξε ένα παιδί που ήθελε να την κάνει κούνια για την κούκλα του.