Οι Σοβιετικοί απελευθερώνουν το Άουσβιτς
Επιμέλεια: Αργυρώ Κραββαρίτη
Το μεσημέρι της 27ης Ιανουαρίου 1945 oι στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού (60η Στρατιά του 1ου Ουκρανικού Μετώπου) επικεφαλής της οποίας ήταν ο συνταγματάρχης Πάβελ Κουρότσκιν απελευθερώνουν τους 7.000 περίπου εναπομείναντες κρατούμενους του στρατοπέδου συγκέντρωσης του Άουσβιτς.
Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ αποφάσισε στις 2 Νοεμβρίου 2005 να ανακηρύξει την 27η Ιανουαρίου Διεθνή Ημέρα μνήμης για τα θύματα του Ολοκαυτώματος από το ναζιστικό καθεστώς κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ημερομηνία επιλέχθηκε επειδή στις 27 Ιανουαρίου 1945 τα προελαύνοντα σοβιετικά στρατεύματα απελευθέρωσαν το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουσβιτς – Μπίρκεναου στην Πολωνία.
Το Άουσβιτς όπως το θυμούνται απελευθερωτές και κρατούμενοι
Στις 27-1-1945 ο σοβιετικός στρατός υπό την αρχηγία του στρατηγού Κόνιεφ έβαλε τέλος στο μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Γ’ Ράιχ. Ιδού όμως, πως θυμούνται το γεγονός οι απελευθερωτές, αλλά και οι κρατούμενοι.
Τους αιχμαλώτους του Άουσβιτς απελευθέρωσαν τέσσερις μεραρχίες πεζικού του Κόκκινου Στρατού. Την εμπροσθοφυλακή της επίθεσης αποτελούσαν οι άντρες της 107ης και 100ης μεραρχίας. Στην τελευταία υπηρετούσε ο ταγματάρχης Ανατόλι Σαπίρο, του οποίου η ομάδα εφόδου βρέθηκε πρώτη μπροστά στην πύλη του στρατοπέδου. Ο ίδιος θυμάται:
Το απόγευμα μπήκαμε στο χώρο του στρατοπέδου, περάσαμε την κύρια πύλη, πάνω από την οποία ήταν τοποθετημένη η πλεγμένη από κάγκελα επιγραφή «Η εργασία απελευθερώνει». Να μπούμε στο εσωτερικό των παραπηγμάτων χωρίς προστατευτικούς επιδέσμους στο πρόσωπο ήταν αδύνατο. Στα διώροφα κρεβάτια ήταν παρατημένα πτώματα. Κάτω απ’ αυτά μερικές φορές έβγαιναν ημιθανείς σκελετωμένοι και ορκίζονταν ότι δεν είναι Εβραίοι. Κανείς δεν πίστευε στο ενδεχόμενο ότι θα ελευθερωθεί.
Εκείνο το διάστημα είχαν απομείνει στο στρατόπεδο περίπου 7 χιλιάδες κρατούμενοι. Μεταξύ αυτών και μια που έφερε τον αριθμό 74233 (το όνομα δεν εξακριβώθηκε), η οποία ανέφερε:
Είδα ξαφνικά στο δρόμο κοντά στο στρατόπεδο σιλουέτες με λευκές και γκρίζες στολές. Ήταν περίπου 5 η ώρα. Αρχικά νομίσαμε ότι επιστρέφουν οι φύλακες του στρατοπέδου. Πήγα γρήγορα να δω ποιος έρχεται. Πόση ήταν η ευτυχία μας όταν είδαμε ότι είναι η σοβιετική εμπροσθοφυλακή. Τα φιλιά και οι χαιρετισμοί δεν είχαν τελειωμό. Μας προέτρεπαν να φύγουμε, μας εξηγούσαν ότι δεν πρέπει να μείνουμε εδώ καθώς δεν είχε διευκρινιστεί ακόμη που είναι ο εχθρός. Κάναμε μερικά βήματα να φύγουμε και επιστρέφαμε ξανά.
Ο αντιστράτηγος Βασίλι Πετρένκο, διοικητής το 1945 της 107ης μεραρχίας, εισέρχεται στο στρατόπεδο λίγο μετά τον Σαπίρο. Στα απομνημονεύματά του «Πριν και μετά το Οσβιέτσιμ», περιγράφει ως εξής τα όσα είδε:
Οι Γερμανοί εκκένωσαν στις 18 Ιανουαρίου όλους όσους ήταν σε θέση να περπατήσουν. Τους αρρώστους και αδύναμους τους άφησαν. Κάποιοι λίγοι, οι οποίοι μπορούσαν να περπατήσουν, το έσκασαν όταν ο στρατός μας πλησίασε στο στρατόπεδο. Οι δικοί μας έστειλαν στο στρατόπεδο υγειονομικές μονάδες της 108ης, 322ης και της δικής μου 107ης μεραρχίας, οι οποίες έστησαν τουαλέτες και άλλες υγειονομικές εγκαταστάσεις εκστρατείας, όπως είχαν διαταχτεί να κάνουν. Το συσσίτιο οργάνωσαν επίσης αυτές οι μεραρχίες με κουζίνες εκστρατείας.
Ο διοικητής λόχου Βασίλι Γκρομάντσκι, ήταν και αυτός ένας από τους πρώτους που μπήκε στο «στρατόπεδο του θανάτου»:
Υπήρχαν εκεί κλειδωμένες πύλες και δεν ήξερα ποια ήταν η κεντρική. Διέταξα να σπάσουν τις κλειδαριές. Δεν έβρισκα κανέναν. Προχωρήσαμε γύρω στα 200 μέτρα και βλέπουμε να τρέχουν προς το μέρος μας φυλακισμένοι, περίπου τριακόσιοι, με ριγέ στολές. Ήμασταν σε εγρήγορση καθώς είχαμε προειδοποιηθεί ότι οι Γερμανοί αλλάζουν τις στολές τους. Αλλά ήταν πραγματικά κρατούμενοι. Έκλαιγαν, μας αγκάλιαζαν. Διηγούνταν πως εδώ είχαν εξολοθρευτεί εκατομμύρια άνθρωποι. Θυμάμαι μέχρι τώρα που μας είχαν πει ότι είχαν αναχωρήσει από το Άουσβιτς 12 βαγόνια που μετέφεραν μόνο παιδικά καροτσάκια.
Ο Ιβάν Μαρτινούσκιν το 1945 ήταν 21 ετών, υπολοχαγός, διοικητής του λόχου πολυβολητών της 322ης μεραρχίας πεζικού. Θυμάται ότι μέχρι την τελευταία στιγμή δεν είχε ιδέα πως τον είχαν στείλει για την απελευθέρωση του στρατοπέδου συγκέντρωσης:
Πλησίασα με το λόχο μου το φράχτη, αλλά είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει και δεν μπήκαμε στο χώρο, αλλά καταλάβαμε το φυλάκιο έξω από την περίμετρο στρατοπέδου. Θυμάμαι ότι ήταν πολύ ζεστό, σκεφτήκαμε μάλιστα ότι οι Γερμανοί είχαν προετοιμάσει για τους ίδιους ένα ζεστό χώρο, αλλά να που ήρθαμε εμείς. Την επόμενη μέρα αρχίσαμε την εκκαθάριση. Υπήρχε εκεί ένας τεράστιος συνοικισμός, η Μπζεζίνκα, με στερεά σπίτια από τούβλο, και όταν αρχίσαμε να προχωράμε προς τα εκεί άρχισαν να μας πυροβολούν από κάποιο κτίριο. Καλυφθήκαμε και συνδεθήκαμε με τη διοίκηση. Ζητήσαμε να χτυπήσει το κτίριο το πυροβολικό. Ας το καταστρέψουμε, και πάμε παρακάτω. Μας απάντησαν όμως ότι το πυροβολικό δεν θα χτυπήσει, επειδή εδώ υπάρχει στρατόπεδο συγκέντρωσης μέσα στο οποίο υπάρχουν άνθρωποι και θα πρέπει να αποφύγουμε την ανταλλαγή πυρών. Τότε μόνο καταλάβαμε τι φράχτης ήταν αυτός.
Μετά τους στρατιωτικούς, στο στρατόπεδο μπαίνουν ανταποκριτές, οι δημοσιογράφοι της στρατιωτικής εφημερίδας της 38ης στρατιάς, Ούσερ Μαργκούλις και Γκενάντι Σάβιν. Να ποια ήταν η μαρτυρία τους:
Μπήκαμε στο τούβλινο κτίριο ερευνήσαμε τα δωμάτια, οι πόρτες δεν ήταν κλειδωμένες. Στο πρώτο δωμάτιο υπήρχε ένα ολόκληρο βουνό από παιδικά ρούχα: Παλτουδάκια, παντελόνια, ζακέτες, μπλουζάκια. Πολλά είχαν κηλίδες από αίμα. Σε ένα άλλο υπήρχαν κιβώτια γεμάτα από οδοντιατρικές γέφυρες και χρυσά δόντια. Στο τρίτο κουτιά με γυναικεία μαλλιά. Και στη συνέχεια, μια γυναίκα (σ.σ. κρατούμενη του στρατοπέδου) μας οδήγησε σ’ ένα δωμάτιο με κομψές γυναικείες τσάντες, αμπαζούρ, πορτοφόλια και άλλα δερμάτινα είδη. Μας είπε: «Όλα αυτά έχουν φτιαχτεί από ανθρώπινο δέρμα».
Το Οσβιέτσιμ είναι ελεύθερο και για τη διοίκηση της πόλης ορίζεται επικεφαλής ο Γκριγκόρι Ελισαβέτινσκι, ο οποίος στις 4 Φεβρουαρίου 1945 αναφέρει σε γράμμα στη σύζυγό του:
Στο στρατόπεδο υπάρχει παιδικός θάλαμος. Εκεί έφερναν εβραιόπουλα διαφόρων ηλικιών. Σε αυτά, πραγματοποιούσαν διάφορα πειράματα, όπως στα κουνέλια. Είδα ένα νεαρό 14 ετών, στον οποίο για «επιστημονικούς» σκοπούς εισήγαγαν στη φλέβα του κηροζίνη. Μετά έκοψαν ένα κομμάτι απ’ το σώμα του και το έστειλαν σε εργαστήριο στο Βερολίνο, ενώ στον ίδιο πρόσθεσαν ένα άλλο ανθρώπινο κομμάτι. Τώρα βρίσκεται στο στρατιωτικό νοσοκομείο γεμάτος βαθιές σαπισμένες πληγές και δεν μπορεί να γίνει τίποτα για να βοηθηθεί. Στο στρατόπεδο κυκλοφορεί μια όμορφη κοπέλα, νέα, αλλά παράφρων. Εκπλήσσομαι πώς όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν τρελάθηκαν.
Το ίδιο διάστημα κάποιοι από τους απελευθερωμένους, όσοι κατάφεραν να ανακτήσουν τις δυνάμεις τους και να περπατήσουν, εγκατέλειψαν μόνοι τους το Άουσβιτς. Η διήγηση ενός, με τον αριθμό 74233:
Στις 5 Φεβρουαρίου κινηθήκαμε προς την κατεύθυνση της Κρακοβίας. Από τη μια πλευρά του δρόμου υπήρχαν τεράστια εργοστάσια τα οποία είχαν κατασκευάσει κρατούμενοι, που είχαν πεθάνει εδώ και καιρό από την εξαντλητική εργασία. Από την άλλη πλευρά ήταν ακόμη ένα μεγάλο στρατόπεδο. Μπήκαμε εκεί και βρήκαμε αρρώστους οι οποίοι όπως κι εμείς, σώθηκαν επειδή δεν έφυγαν με τους Γερμανούς στις 18 Ιανουαρίου. Από εκεί προχωρήσαμε παραπέρα. Μας συνόδευαν για αρκετό διάστημα τα ηλεκτρικά καλώδια στις πέτρινες κολώνες, σύμβολο της δουλείας και του θανάτου. Μας φαινόταν ότι δεν θα καταφέρουμε ποτέ να βγούμε από το στρατόπεδο. Επιτέλους αυτό τελείωσε, και φτάσαμε ως το χωριό Βλοσενιούστσα. Εκεί διανυκτερεύσαμε και την επόμενη μέρα, 6 Φεβρουαρίου, ξεκινήσαμε πάλι. Στο δρόμο, μας πήρε ένα όχημα και μας έφερε στην Κρακοβία. Είμαστε ελεύθεροι, αλλά ακόμη δεν μπορούμε να χαρούμε. Περάσαμε πάρα πολλά και χάσαμε πάρα πολλούς.
Με την οναμασία «Άουσβιτς» αποκαλούσαν οι Γερμανοί το στρατόπεδο «Οσβιέτσιμ». Αποτελούνταν από πέντε στρατώνες και μία φυλακή. Σε ακτίνα 20-30 χιλιομέτρων, στην κοιλάδα Ντομπρόφσκι, υπήρχαν ακόμη άλλα 18 τμήματα, με περίπου 80 στρατώνες. Στον καθένα στεγάζονταν 200-300 φυλακισμένοι.
Εδώ μεταφέρονταν άνθρωποι από όλη την Ευρώπη. Καθημερινά έφταναν 10 τρένα, με 40-50 βαγόνια, όπου στο καθένα στοιβάζονταν 50 με 100 άνθρωποι. Την πρώτη ημέρα επιβίωνε το 10% έως 30% των κρατουμένων. Καταγραφή όσων πέθαναν αμέσως μετά την άφιξή τους σε θαλάμους αερίων δεν τηρήθηκε. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ιστορικών, στο Άουσβιτς σκοτώθηκαν 1.100.000 Εβραίοι, 140 000-150 000 Πολωνοί, 100 000 Ρώσοι και 23.000 Τσιγγάνοι.
25-30 χιλιάδες Εβραίοι από πολλές ευρωπαϊκές χώρες έφταναν ταυτόχρονα στη διάρκεια των τεσσάρων χρόνων. Γυναίκες, ηλικιωμένοι, παιδιά,και άρρωστοι χωρίζονταν από υγιείς άνδρες και εκτελούνταν αμέσως.
Τα τελευταία δύο χρόνια εκτελούνταν και οι άνδρες. Η καθημερινή τροφή ήταν ένα είδος σούπας και 150-200 γραμμάρια ψωμί. Τον Οκτώβριο του 1944 τα κρεματόρια λειτουργούσαν νυχθημερόν. Τον Δεκέμβριο του 1944, ανατινάχθηκαν από τους Γερμανούς.
Μεταξύ της 17 και 23 Ιανουαρίου το στρατόπεδο εκκενώθηκε και περίπου 60.000 κρατούμενοι οδηγήθηκαν σε πορείες θανάτου προς τη δύση. Στα στρατόπεδα του Άουσβιτς παρέμειναν συνολικά κοντά στους 7.500 φυλακισμένους, οι οποίοι λόγω ασθένειας και αδυναμίας ήταν αδύνατο να ακολουθήσουν την πορεία. Περισσότεροι από 300 τουφεκίστηκαν άμεσα, ενώ η προγραμματισμένη εξόντωση των υπόλοιπων αποτράπηκε μονάχα λόγω της ταχείας προέλασης του ερυθρού στρατού στην ανατολή.
Ως πρώτο των κυρίων στρατοπέδων απελευθερώθηκε το Άουσβιτς Ι Μόνοβιτς το μεσημέρι της 27 Ιανουαρίου 1945, από την 60ή Στρατιά, επικεφαλής της οποίας ήταν ο συνταγματάρχης Πάβελ Κουρότσκιν. Στις επόμενες μέρες πέθαναν περίπου 200 από τους επιζώντες του Άουσβιτς από τις συνέπειες της κακομεταχείρισής τους από τους εθνικοσοσιαλιστές, παρόλο που υπήρξε ιατρική βοήθεια από πλευράς των Συμμάχων.
Πορείες θανάτου
Πορείες θανάτου ονομάζονται οι βίαιες μετακινήσεις από τους Ναζιστές χιλιάδων κρατουμένων, κυρίως Εβραίων, από τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης που βρίσκονταν κοντά στα μέτωπα του πολέμου προς τα στρατόπεδα στο εσωτερικό της Γερμανίας.
Κατά τα τέλη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1944, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, η Βρετανία και ο Καναδάς έφτασαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης από τα δυτικά, η Σοβιετική Ένωση προέλαυνε από τα ανατολικά. Οι Γερμανοί αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τα στρατόπεδα, μεταφέροντας ή καταστρέφοντας τις αποδείξεις των κτηνωδιών που είχαν διαπράξει εκεί.
Οι κρατούμενοι, ήδη άρρωστοι μετά από μήνες ή έτη κακομεταχείρισης και ασιτίας, σχημάτιζαν πορείες για δεκάδες χιλιόμετρα μέσα στα χιόνια κατευθυνόμενοι στους σιδηροδρομικούς σταθμούς• στη συνέχεια μεταφέρονταν για μέρες -κάποιες φορές χωρίς φαγητό και στέγη- με εμπορικές αμαξοστοιχίες που είχαν ανοιχτά βαγόνια• όταν έφταναν στον προορισμό τους εξαναγκάζονταν και πάλι σε πεζοπορία προς τα νέα στρατόπεδα. Όσοι κρατούμενοι επιβράδυναν ή κατέρρεαν, εκτελούνταν επιτόπου.
Η μεγαλύτερη και γνωστότερη πορεία θανάτου έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του 1945, όταν ο σοβιετικός στρατός προέλαυνε στην Πολωνία. Εννιά ημέρες πριν φτάσουν οι Σοβιετικοί στο στρατόπεδο θανάτου στο Άουσβιτς, οι Γερμανοί εξενάγκασαν σε πορεία 60.000 κρατούμενους από το στρατόπεδο εκείνο προς το Βότσισλαβ, το οποίο απείχε 55 και πλέον χιλιόμετρα, όπου τους φόρτωσαν σε εμπορικές αμαξοστοιχίες με κατεύθυνση άλλα στρατόπεδα. Περίπου 15.000 πέθαναν καθοδόν.
Κοιτώνες στο Άουσβιτς
Πρόκειται για το μεγαλύτερο στρατόπεδο εξόντωσης των Ναζί, το οποίο μεταπολεμικά έγινε σύμβολο του Ολοκαυτώματος και γενικότερα της αγριότητας των Ναζί. Βρίσκεται σε απόσταση 60 περίπου χιλιομέτρων από τη Κρακοβία, στη Πολωνία και χτίστηκε το καλοκαίρι του 1940. Αποτελούνταν από τρία κύρια στρατόπεδα, τα Άουσβιτς Ι, Άουσβιτς ΙΙ(Μπίρκεναου) και Άουσβιτς ΙΙΙ (Μόνοβιτς) και καταλάμβανε έκταση 40 τετρ. χλμ.
Στο Άουσβιτς ΙΙ έγιναν οι περισσότερες εκτελέσεις, πάνω από ένα εκατομμύριο, κατά τη διάρκεια του πολέμου. Αρχικά, είχε σχεδιαστεί να λειτουργήσει ως στρατόπεδο εργασίας, αποστέλοντας τους κρατούμενος για εργασία σε βιομηχανικές μονάδες που βρίσκονταν κοντά στο στρατόπεδο, αλλά μετά από λίγους μήνες, ελάχιστοι κρατούμενοι ζούσαν για να εργαστούν. Οι περισσότεροι θανατώνονταν αμέσως μετά την άφιξή τους στο στρατόπεδο, στο οποίο έφταναν σχεδόν πάντα με τρένο. Το ίδιο συνέβαινε και στους κρατούμενους που εργάζονταν, καθώς πέθαιναν τελικά από ασθένειες, πείνα ή εξάντληση.
Ο συνηθέστερος τρόπος εκτέλεσης των κρατουμένων, ήταν οι θάλαμοι αερίων. Εκτιμάται οτι στο Άουσβιτς έφτασαν περίπου 1.300.000 άνθρωποι, ενώ από αυτούς θανατώθηκαν πάνω από 1.100.000. Τα θύματα ήταν κατά σειρά αριθμών, Εβραίοι (πάνω από 90%), Πολωνοί, πολιτικοί κρατούμενοι, τσιγγάνοι, αιχμάλωτοι πολέμου, μάρτυρες του Ιαχωβά, ομοφυλόφιλοι και άλλες εθνικές ή κοινωνικές ομάδες. Μερικοί κρατούμενοι χρησιμοποιήθηκαν και για ιατρικά πειράματα
Το στρατόπεδο Άουσβιτς ΙΙ διέθετε 3-6 κτίρια που λειτουργούσαν ως θάλαμοι αερίων καθώς και χώρους καύσης των πτωμάτων. Αργότερα, λόγω του μεγάλου αριθμού των θανάτων, η καύση γινόταν και στον εξωτερικό χώρου του στρατοπέδου. Κατά τη μεγαλύτερη διάρκεια λειτουργία του, το στρατόπεδο διοικούνταν από τον Ρούντολφ Ες, οποίος απαγχονίστηκε το 1947 μέσα στο Άουσβιτς
Η ύπαρξη των στρατοπέδων έγινε γνωστή μετά το 1943. Το Σεπτέμβριο του 1944, βομβαρδίστηκε από τους Αμερικανούς, ενώ σταδιακά, με την προέλαση των Σοβιετικών στο Ανατολικό Μέτωπο, η λειτουργία του σταμάτησε. Τον Ιανουάριο του 1945, οι Γερμανοί εκκένωσαν το στρατόπεδο και ανατίναξαν τις εγκαταστάσεις του, για να χαθούν τα ίχνη των πράξεών τους. Λίγες μέρες αργότερα, στις 27 Ιανουαρίου όλα τα στρατόπεδα του Άουσβιτς απελευθερώθηκαν από τους Σοβιετικούς
Σήμερα, το Άουσβιτς Ι έχει μετατραπεί σε μουσείο, ενώ το Άουσβιτς ΙΙ, έχει παραμείνει ως ήταν. Τα στρατόπεδα αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO από το 1979
Ολοκαύτωμα
Ο όρος Ολοκαύτωμα (Shoah στα Εβραικά) χρησιμοποιείται γενικότερα για να περιγράψει τη γενοκτονία από τους Ναζί περίπου 6 εκατομμυρίων Εβραίων της Ευρώπης, αλλά και γενικότερα για τις ακρότητες των Γερμανών που είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο άλλων 5 με 10 εκατομμυρίων ανθρώπων όπως Πολωνών, Σοβιετικών, τσιγγάνων, αιχμαλώτων πολέμου και άλλων εθνικών ή κοινωνικών ομάδων κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο
Η ιδεολογία του αφανισμού των Εβραίων από την κοινωνία είχε ήδη καλλιεργηθεί μερικά χρόνια πριν το ξέσπασμα του πολέμου και είχε γίνει εμμονή για τον Χίτλερ και τους Ναζί. Σύμφωνα με αυτή, υπήρχε μια παγκόσμια συνωμοσία των Εβραίων για τον έλεγχο ολόκληρου του κόσμου, θεωρία που επιβεβαιώνεται και από τον ίδιο τον Χίτλερ στο βιβλίο του Ο Αγών Μου. Μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία το 1933, πάνω από μισό εκατομμύριο Εβραίοι καταδιώχτηκαν και εγκατέλειψαν την Γερμανία, ενώ τα δικαιώματα αυτών που παρέμειναν, περιορίστηκαν. Το 1935, ο Χίτλερ απαγόρευσε τον γάμο μεταξύ ατόμων της Άριας και της Εβραικής φυλής, την εργασία τους στο δημόσιο τομέα και στέρησε όλα τα πολιτικά τους δικαιώματα. Το Νοέμβριο του 1938, μια δολοφονία ενός Γερμανού διπλωμάτη από Εβραίο, οδήγησε σε βιαιοπραγίες εναντίον των Εβραίων της Γερμανίας, καταστροφή της περιουσίας τους και 30.000 Εβραίοι οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου κρατήθηκαν μέχρι να αποδεχτούν τη μετανάστευσή τους σε άλλη χώρα ή τη παραχώρηση της περιουσία τους στους Γερμανούς. Μετά από αυτά τα γεγονότα, σχεδόν όλοι οι Εβραίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Γερμανία
Η γενοκτονία των Εβραίων ήταν μια προμελετημένη και συστηματική εξόντωσή τους από τους Ναζί και εξελίχθηκε σε όλα τα εδάφη που βρίσκονταν στη κατοχή των Γερμανών, κυρίως όμως στη κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Τα 3 από τα 7 εκατομμύρια Εβραίων που δολοφονήθηκαν, προέρχονταν από την Πολωνία και ένα εκατομμύριο από τη Σοβιετική Ένωση
Στρατόπεδα συγκέντρωσης είχαν δημιουργηθεί πολύ νωρίτερα, όπου οι κρατούμενοι χρησιμοποιούνταν ως εργάτες μέχρι να πεθάνουν από εξάντληση, πείνα ή ασθένειες. Ένα από τα πρώτα, το Νταχάου, λειτουργούσε από το 1933 ως φυλακή για πολιτικούς κρατούμενους όπως κομμουνιστές και σοσιαλδημοκράτες. Κατά τη διάρκεια του πολέμου δημιουργήθηκαν περισσότερα από τους Ναζί και στη Γερμανία αλλά και στις περιοχές τις οποίες κατακτούσαν, όπου εκτελούνταν Εβραίοι και αιχμάλωτοι πολέμου.
Στρατόπεδα δημιουργήθηκαν αποκλειστικά και για τη μαζική εκτέλεση κρατουμένων. Στο πιο γνωστό από αυτά, στο Άουσβιτς, εκτελέστηκαν περίπου 1.300.000 άνθρωποι, κυρίως Εβραίοι. Οι κρατούμενοι έφταναν εκεί με τρένο και μεταφέρονταν αμέσως στους θαλάμους αερίων. Οι ίδιοι δεν γνώριζαν τι πρόκειται να συμβεί μέχρι την τελευταία στιγμή, αλλά ούτε και οι Γερμανοί τους το αποκάλυπταν για την αποφυγή πανικού. Στο Άουσβιτς υπήρχαν δύο αίθουσες, μία χωρητικότητας 800 ατόμων και μία άλλη 1200 ατόμων. Μόλις γέμιζε μια αίθουσα, κάνιστρα Zyklon-B με χημικές ουσίες έπεφταν από τους τοίχους και οι κρατούμενοι πέθαιναν από την εισπνοή τους το πολύ σε 20 λεπτά. Πολλοί αιχμάλωτοι επίσης γίνονταν αντικείμενα ιατρικών πειραμάτων σε στρατόπεδα όπως το Άουσβιτς, το Νταχάου και άλλα. Εκτός από τα στρατόπεδα, εκτελέσεις γίνονταν και αλλού με πιο γνωστή τη σφαγή Εβραίων που έγινε στις 29-30 Σεπτεμβρίου του 1941 κοντά στο Κίεβο, όπου 34.000 Εβραίοι εκτελέστηκαν σε μία μόνο επιχείρηση
Ιουδαίοι και τσιγγάνοι απομονώνονταν σε γκέτα πριν μεταφερθούν σε τέτοια στρατόπεδα, όπου εξοντώνονταν συστηματικά σε θάλαμους αερίων. Το μεγαλύτερο τέτοιο γκέτο, ήταν της Βαρσοβίας, με 380.000 Εβραίους. Χιλιάδες άνθρωποι έμεναν και πέθαιναν στα γκέτο από πείνα και ασθένειες, κυρίως από τύφο μέχρι τον Ιούλιο του 1942, οπότε άρχισε η μεταφορά τους σε στρατόπεδα εκτέλεσης και τα γκέτο ερημώθηκαν. Μόνο το 1942 εκτελέστηκαν 2.700.000 Εβραίοι, οι περισσότεροι από αυτούς στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μετά το 1944 και καθώς ο πόλεμος δεν έβαινε θετικά για τους Γερμανούς, τα στρατόπεδα σταματάνε τη λειτουργία τους ενώ κάποια άλλα ελευθερώθηκαν από τους Σοβιετικούς και τους Συμμάχους το 1945
Κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, εκτελέστηκαν 6 εκατομμύρια Εβραίοι από τους οποίους οι μισοί ήταν Εβραίοι που ζούσαν στη Πολωνία, 2-3 εκατομμύρια Σοβιετικοί αιχμάλωτοι πολέμου (το 57% όλων των Σοβιετικών αιχμαλώτων του πολέμου), 2 εκατομμύρια Πολωνοί και 2-3 εκατομμύρια άνθρωποι άλλων ομάδων όπως τσιγγάνοι, ανάπηροι, ομοφυλόφιλοι κτλ. Κατά μέσο όρο, το 65% των Εβραίων που ζούσαν στην Ευρώπη αφανίστηκαν κατά το Ολοκαύτωμα.
ΠΗΓΗ: https://drepani.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου