Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

Η εξουσία στους πολίτες


Δημοκρατίας πηγές και απόβλητα
του  Μάριου Πλωρίτη*

ΒΕΒΑΙΑ, ο «εορτασμός των 2.500 χρόνων από την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας»[1] είναι, χρονολογικά, κάπως λάθος: οι μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη -που αποτελούν, πραγματικά, τη θεμελίωση γνήσιας δημοκρατίας στην αρχαία Αθήνα- έγιναν το 568/7 π.Χ. και, άρα, η 2500ή επέτειός τους δεν πέφτει εφέτος, αλλά το (μοιραίο) 1992.

Ακόμα και παράκαιρη, όμως, η αναπόληση των γενεθλίων της δημοκρατίας δεν είναι ποτέ παράταιρη. Ιδιαίτερα σήμερα, όπου τόσες παραποιήσεις της κυκλοφορούν και όπου τόσες επαναστατικές μεταρρυθμίσεις (δηλαδή, ανατροπές και ανασκολοπήσεις) άλλων επαναστάσεων κατάδειξαν την ανέσπερη δύναμη και βιωσιμότητα του πιο δίκαιου και ανθρώπινου πολιτεύματος.
Αλλά όταν λέμε «αναπόληση» δεν εννοούμε «ιστορική αναδρομή» -που δεν την επιτρέπει, άλλωστε, και ο χώρος. Εννοούμε μια προσπάθεια να ψηλαφήσουμε τις πηγές του πολιτεύματός μας και τις σημερινές «εκβολές» του.
Ένα απ’ τα «περίεργα» της αθηναϊκής δημοκρατίας είναι πως τις πιο θεμελιακές της καινοτομίες τις πραγματοποίησαν γόνοι «αριστοκρατών» -ιδιαίτερα του περιφανούς γένους των Αλκμεωνιδών, όπως ο Κλεισθένης (570-500) και ο Περικλής (495-429).
«Ηγεμών του δήμου (αρχηγός των δημοκρατικών) και προστάτης» του, μετά την κατάλυση της τυραννίας των Πεισιστρατιδών, ο Κλεισθένης -που είχε περάσει 24 χρόνια εξόριστος-προχώρησε αμέσως σε μεταρρυθμίσεις, με τις οποίες «αποδόθηκε η εξουσία της πολιτείας στο λαό» -«απεδίδετο τω πλήθει η πολιτεία»: δόθηκαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα σ’ όλους τους πολίτες, ανεξάρτητα από πλούτο και καταγωγή, και θεμελιώθηκαν θεσμοί που εξασφάλιζαν τις «δημοκρατικές διαδικασίες» στη λειτουργία της πολιτείας- αυτές, ακριβώς, τις διαδικασίες που τόσο ταλαιπωρούνται σήμερα σαν όρος και σαν πράξη[2].
Έναν και παραπάνω αιώνα αργότερα -μετά τον ολέθριο Πελοποννησιακό πόλεμο- ο Λυσίας, ανατρέχοντας στις αρχές της αθηναϊκής δημοκρατίας, θα γράψει:
«Πρώτοι και μόνοι, τότε (οι πρόγονοί μας), αφού έδιωξαν τους δυνάστες τους, εγκαθίδρυσαν τη δημοκρατία, πιστεύοντας πως η ελευθερία όλων φέρνει τη μεγαλύτερη ομόνοια. Κι αφού έκαναν κοινό τους κτήμα τις ελπίδες που είχαν γεννηθεί την ώρα τον κινδύνου, κυβερνήθηκαν με πνεύμα ελεύθερο, τιμώντας τους χρηστούς και τιμωρώντας τους κακούς με το νόμο· επειδή πίστευαν πως είναι γνώρισμα των ζώων να νικάνε το ‘να τ’ άλλο με τη βία, ενώ στους ανθρώπους ταιριάζει να ορίζουν με το νόμο το δίκιο, να πείθουν με τη λογική και να υποτάζουν σ’ αυτά τις πράξεις τους, έχοντας κυβερνήτη τους το νόμο και δάσκαλο τον Λόγο» («πρῶτοι δὲ καὶ μόνοι ἐν ἐκείνῳ τῷ χρόνῳ ἐκβαλόντες τὰς παρὰ σφίσιν αὐτοῖς δυναστείας δημοκρατίαν κατεστήσαντο, ἡγούμενοι τὴν πάντων ἐλευθερίαν ὁμόνοιαν εἶναι μεγίστην, κοινὰς δ᾽ ἀλλήλοις τὰς ἐκ τῶν κινδύνων ἐλπίδας ποιήσαντες ἐλευθέραις ταῖς ψυχαῖς ἐπολιτεύοντο, νόμῳ τοὺς ἀγαθοὺς τιμῶντες καὶ τοὺς κακοὺς κολάζοντες, ἡγησάμενοι θηρίων μὲν ἔργον εἶναι ὑπ᾽ ἀλλήλων βίᾳ κρατεῖσθαι, ἀνθρώποις δὲ προσήκειν νόμῳ μὲν ὁρίσαι τὸ δίκαιον, λόγῳ δὲ πεῖσαι, ἔργῳ δὲ τούτοις ὑπηρετεῖν, ὑπὸ νόμου μὲν βασιλευομένους, ὑπὸ λόγου δὲ διδασκομένους.[3]»
Και σε καιρούς ακόμα πιο δύσκολους για τη δημοκρατία, ο Αριστοτέλης θα προσθέσει:
«Ο λαός έχει γίνει κυρίαρχος σε όλα και ορίζει τα πάντα με ψηφίσματα και με δικαστήρια όπου κυριαρχεί, αφού οι αποφάσεις τις οποίες άλλοτε έπαιρνε η βουλή, έχουν περιέλθει στα χέρια τον λαού. Και αυτό φαίνεται ότι είναι μέτρο ορθό, αφού είναι πιο εύκολο να διαφθείρεις με χρήματα ή με υποσχέσεις λίγους ανθρώπους παρά πολλούς» («Απάντων γαρ αυτός αυτόν πεποίηκεν ο δήμος κύριον και πάντα διοικείται ψηφίσμασιν και δικαστηρίοις, εν οις ο δήμος έστιν ο κρατών. Και γαρ αι της βουλής κρίσεις εις τον δήμον εληλύθασιν. Και τούτο δοκούσι ποιείν ορθώς˙ ευδιαφθορώτεροι γαρ <οι> ολίγοι των πολλών είσιν και κέρδει και χάρισιν.[4]»)
Αλλά και σύγχρονοι σχολιαστές επισημαίνουν την «ακλόνητη τόλμη» και «αυστηρή λογική» του Κλεισθένη, το «γεωμετρικό και διεισδυτικό του πνεύμα». Ο εγκυρότατος Jean-Pierre Ver-nant παρατηρεί, γενικότερα:
«Η πόλις εμφανίζεται σαν ένας ομοιογενής κόσμος, χωρίς ιεραρχία, χωρίς ορόφους, χωρίς διαφοροποίηση. Κατανέμεται εξίσου σε ολόκληρο το πεδίο της δημόσιας ζωής, στον κοινό αυτό χώρο, όπου η πόλη έχει το κέντρο, το μέσον της. Ακολουθώντας μια κυκλική διαδικασία, η εξουσία περνάει από την μια ομάδα στην άλλη, από το ένα άτομο στο άλλο, ώστε το άρχειν και το άρχεσθαι, αντί να αντιτίθενται σαν δύο απόλυτες έννοιες, γίνονται οι δύο αδιαχώριστοι όροι της ίδιας αναστρέψιμης σχέσης…»[5]
Όλοι γνωρίζουν -στα λόγια- αυτούς τους ακρογωνιαίους λίθους της αθηναϊκής (και κάθε) δημοκρατίας – ελευθερία, ισονομία, κυριαρχία του νόμου και της λογικής. Αλλά και κανένας δεν αγνοεί τις αδυναμίες της στην πράξη: το ευμετάβλητο του λαού, την «άλωσή» του απ’ τους δημαγωγούς, που εκμεταλλεύονται την ευπιστία, τις ανάγκες και τις απαντοχές του πλήθους και το παρασύρουν σε καταστροφικές επιλογές και αποφάσεις. Ωστόσο, ακόμα πιο κοινό τόπον αποτελεί η διαπίστωση πως οι αδυναμίες της δημοκρατίας είναι, πάντα, λιγότερο ζημιογόνες και ευκολότερα θεραπεύσιμες απ’ τις «δυνάμεις» των άλλων, «ισχυρών» πολιτευμάτων και καθεστώτων.
Οι εγγενείς αυτές δυσπλασίες της δημοκρατίας γίνονται ακόμα πιο έντονες στη νεότερη και τη σύγχρονη εποχή, επειδή (προπάντων στον τόπο μας) έχει χαθεί το καίριο γνώρισμα και θεμέλιο του δημοκρατικού πολιτεύματος: η συνείδηση του πολίτη, η αμοιβαία ευθύνη πολίτη και πολιτείας. Όμως, χωρίς αυτό το πρωταρχικό στοιχείο, η δημοκρατία καταντά μια παράσταση, όπου οι φύσει πρωταγωνιστές (ο δήμος, ο λαός) έχουν αποδιωχθεί στον εξώστη, άξιοι μόνο να ζητωκραυγάζουν ή να σφυρίζουν, ενώ οι κομπάρσοι (οι πολιτικοί) παίρνουν όλους τους ρόλους και την είσπραξη…
Στη σκέψη, όμως, και στην πράξη των αρχαίων Αθηναίων, ελεύθερο και «πλήρες» ήταν το άτομο μόνο αν ζούσε σε μια ελεύθερη, αρτιωμένη πολιτεία, όπου ο καθένας είχε συμβάλει κι ευθυνόταν για την ελευθερία της, για την ισόρροπη λειτουργία της, για τη δικαιοσύνη της απέναντι σ’ όλους και τον καθένα. Η αθηναϊκή δημοκρατία δεν ήταν «κράτος» που επιβάλλει τη θέλησή της στους πολίτες με την( ωμή ή μη)βία· ήταν μια κοινότητα, συγκροτημένη και συντηρούμενη από την ελεύθερη βούληση των πολιτών της, που μπορούσαν κάθε στιγμή -αλλά με αυστηρά προκαθορισμένες διαδικασίες- ν’ αλλάξουν ελεύθερα την πορεία της, αναλαμβάνοντας όλη την ευθύνη για τις αποφάσεις τους. Οι Αθηναίοι ήταν, πάνω απ’ όλα, πολίτες -μ’ άλλα λόγια, σκοπός και λόγος της ύπαρξης της πολιτείας ήταν οι πολίτες της, που υπήρχαν μ’ αυτήν και γι’ αυτήν, σ’ έναν αδιάσπαστο συνδυασμό αμοιβαίων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Για τους Έλληνες ήταν αδιανόητο πως το άτομο μπορούσε να ευτυχήσει ανεξάρτητα από την πολιτεία του ή, το χειρότερο, εις βάρος της. Ήξεραν, άριστα, το χιλιοειπωμένο: Όταν πάσχει το όλον πάσχει και το μέρος. Και το «όλον» πάσχει όταν το «μέρος» όχι μόνο πράττει εναντίον του «όλου», αλλά και όταν απρακτεί, αδιαφορεί για το «όλον».
Αυτά τα στοιχεία συγκρότησαν τον ελληνικό πολιτισμό, που -λέει η Γαλλίδα ιστορικός Claude Mosse- «μπορούμε σήμερα να τον ερμηνεύσουμε ως πολιτισμό τον ανθρώπου. Και μολονότι τον άνθρωπο δεν τον είδαν οι Έλληνες -με ελάχιστες εξαιρέσεις- παρά ως στοιχείο της φύσης και μολονότι -αντίθετα από τους σημερινούς ανθρώπους- δεν σκέφτηκαν ποτέ να εξουσιάσουν αυτή τη φύση, τουλάχιστον ονειρεύτηκαν να την υπαγάγουν σε νόμους. Από εδώ προέρχεται η ενότητα, αλλά συνάμα η πολλαπλότητα του αθηναϊκού πολιτισμού.[6]»
Σήμερα -ποιος δεν το ξέρει;- η ενότητα αυτή έχει θρυμματισθεί. Τόσο η ενότητα των πολιτών μεταξύ τους, όσο και η ενότητα πολίτη-πολιτείας, και η ενότητα ανθρώπου-φύσης. Όλοι αντικρίζουμε όλους σαν αντιπάλους και ανταγωνιστές, όλοι αντιμετωπίζουμε (όχι άδικα) το κράτος σαν τον υπ’ αριθ. 1 δημόσιο κίνδυνο, καταπιεστή κι εκμεταλλευτή- κι εκείνο μας φέρεται όπως σε σεσημασμένους απατεώνες, υπεξαιρέτες, καταχραστές. Και τόσο εκείνο όσο κι εμείς, γινόμαστε οι λυσσαλέοι εκμεταλλευτές και ολετήρες της Φύσης -που δεν νοιαζόμαστε να την καταλάβουμε, να την κατανοήσουμε, σαν γεννήτορα και φίλο, και να διδαχθούμε απ’ αυτήν- αλλ’ αγωνιζόμαστε να την «καταλάβουμε», να την κατακυριεύσουμε σαν προαιώνιο εχθρό και να την αφανίσουμε επικοηρωικότατα!
Πού μας οδήγησε και μας οδηγεί αυτή η αφροσύνη της απληστίας, το βλέπουμε όλοι – και η μεγαλύτερη αφροσύνη μας είναι πως κάνουμε ότι δεν το βλέπουμε και, συνακόλουθα, δεν κάνουμε τίποτα για να το εμποδίσουμε και να το αναστρέψουμε.
Έτσι, γιορτάζουμε τα 2500 χρόνια της Δημοκρατίας, έχοντάς την καταντήσει έσχατη μωροκρατία…
24.6.1990
…………………………………….
* Ο Μάριος Πλωρίτης (πραγματικό όνομα: Μάριος Παπαδόπουλος, 19 Ιανουαρίου 1919 – 29 Δεκεμβρίου 2006) ήταν Έλληνας δημοσιογράφος-επιφυλλιδογράφος, κριτικός, μεταφραστής, λογοτέχνης, και θεατρικός σκηνοθέτης.
ΠΗΓΗ: ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΕΣ, 1989-2004, ΜΑΡΙΟΣ ΠΛΩΡΙΤΗΣ. ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΜΟΣ (1989-1992). ΕΠΙΛΟΓΗ – ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΘΑΝΑΣΗΣ Θ. ΝΙΑΡΧΟΣ, ΑΝΤΩΝΗΣ ΦΩΣΤΙΕΡΗΣ. ΙΔΡΥΜΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗ ΣΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ.
Παραπομπές
[1] Έτσι αναφέρθηκε στην εναρκτήρια παράσταση του Φεστιβάλ Αθηνών με τις Ευμενίδες.
[2] Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, ΧΧ-ΧΧΙ.
[3] Επιτάφιος τοις Κορινθίων βοηθοίς, 18-19.
[4] Αθηναίων Πολιτεία, XLI, 2. Μετάφρ. Άγγ. Βλάχου, Εστία 1980.
[5] Vernant, Les origines de la pensee grecque, PUF, 1975, σελ. 99. Και P Leveque – P Vidal-Naquet, Κλεισθένης ο Αθηναίος (1964), μετάφρ. Στ. Γεωργοπούλου, Ευρύαλος 1989.
[6] Ιστορία μιας δημοκρατίας: Αθήνα (1971). Μετάφρ. Δ. Αγγελίδου, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας 1983, σελ. 210-211. Βλ. και Κορν. Καστοριάδη, Η αρχαία δημοκρατία και η σημασία της για μας σήμερα, Ύψιλον 1986.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου