Η ποίηση πάντα συμβαίνει
του Κώστα Γεωργουσόπουλου*
Στην Ελλάδα η ποίηση, πέρα από τη συνεχή άνθησή της στα πανηγύρια, τα μοιρολόγια, τα γαμήλια γεύματα, στον στρατώνα, στις φυλακές και στις εξορίες, στο εργατικό κίνημα και στις θρησκευτικές εορτές, κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι στις παρέες, στις συντεχνίες, στη λαϊκή εκπαίδευση.
Οταν ο σπουδαίος Φωριέλ, άναυδος με τη συγκομιδή δημοτικών τραγουδιών, ανωνύμων όχι επαγγελματιών ποιητών, αριστουργηματικά ποιήματα με πεζή στην απέναντι σελίδα μετάφραση στα γαλλικά, εξέδωσε «Τα τραγούδια του ελληνικού λαού», η ευρωπαϊκή πνευματική ζωή έπαθε ντελίριο ενθουσιασμού, διότι κάτι ανάλογο δεν παρατηρείται σε κανένα λογοτεχνικό λαϊκό πεδίο της Ευρώπης. Μόνο η Ανατολή είχε να επιδείξει ανάλογα εκπληκτικά γλωσσικά φαινόμενα. Αλλά η ελληνική συγκομιδή ήταν αυτονόητο να συγκρίνεται με την αρχαία ελληνική ποιητική εσοδεία, αλλά και η βυζαντινή, κυρίως εκκλησιαστική μονογραφία.
Η νεκρώσιμη ακολουθία, τα εγκώμια στον Επιτάφιο, τα αναστάσιμα άσματα είχαν την ίδια πνευματική και μουσική αύρα με τη Σαπφώ και τα χορικά των τραγικών ποιητών. Είχα κι άλλοτε προτείνει τη συγκρότηση μιας ποιητικής ανθολογίας από τον Ομηρο, την ελληνιστική, τη βυζαντινή, τη δημοτική και την επώνυμη ποίηση με τον Ρήγα, χωρίς να είναι μεταφρασμένα τα αρχαϊκά και κλασικά κείμενα. Ετσι, να είχαμε ένα πανόραμα της γλωσσικής μας συνέχειας μέσω της έντεχνης ποιητικής, επώνυμης και ανώνυμης δημιουργίας. Το τόλμησε ο Ρένος Αποστολίδης εν μέρει στην έξοχη «Ανθολογία» του. Προίκα εσαεί της γλώσσας μας.
Ξένοι φίλοι, συγγραφείς και κριτικοί λογοτεχνίας, γνώστες της ποιητικής μας παράδοσης, ομολογούν εκτός των άλλων πως σε καμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν εκδίδονται κάθε χρόνο, εκατόν πενήντα χρόνια τώρα, τόσες ποιητικές συλλογές. Μάλιστα, έχω υπόψη μου σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, οι ποιητικές συλλογές, κυρίως νέων ποιητών, δεν τυπώνονται σε βιβλία, αλλά πολυγραφημένες στέλνονται σε ποιητές, κριτικούς και εκδότες, έτσι ώστε η ποιητική συγκομιδή εκτιμάται, κρίνεται και διαδίδεται σε χώρους μυημένων, όπως γινόταν παλιότερα με τις απαγορευμένες ιδέες και τις μυστικές εταιρείες.
Στην Ελλάδα η ποίηση, πέρα από τη συνεχή άνθησή της στα πανηγύρια, τα μοιρολόγια, τα γαμήλια γεύματα, στον στρατώνα, στις φυλακές και στις εξορίες, στο εργατικό κίνημα και στις θρησκευτικές εορτές, κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι στις παρέες, στις συντεχνίες, στη λαϊκή εκπαίδευση. Εχοντας φωτισμένους δασκάλους στην επαρχιακή πόλη που πήγα σχολείο, όταν έδειξα έφηβος στο Γυμνάσιο τα ποιητικά μου γυμνάσματα στους φιλολόγους μου, όχι μόνο με στήριξαν, άλλοι μου ανέθεταν να γράφω και να εκφωνώ τα ποιήματά μου στις σχολικές εορτές και στις καταθέσεις στεφάνων στα ηρώα της πόλης. Το ίδιο έγινε και με άλλους συμμαθητές μου που είχαν τάλαντο στη ζωγραφική, στην κριτική και στην πεζογραφία, πολλοί και στη μουσική. Αλλες εποχές, άλλοι δάσκαλοι.
Μαζί με τριάντα συμμαθητές μου που έγραφαν καλά, ο δάσκαλός μας φρόντισε να φτάσουν σε αθηναίο εκδότη κείμενά μας για να γίνουν βιβλίο που του δόθηκε η χάρη να γίνει το 1950 βοηθητικό ανάγνωσμα στην εκπαίδευση, με απόφαση του υπουργού Παιδείας. Οταν αργότερα δίδαξα ως καθηγητής, γονείς μαθητών μου με πληροφορούσαν πως είχαν διδαχθεί και διαβάσει τα κείμενά μου σε εκείνη την παιδική λογοτεχνική συγκομιδή. Οι συγγραφείς εκείνης της συλλογής εξελίχθηκαν σε δασκάλους, χειρουργούς, δικηγόρους παρ’ Αρείω Πάγω, οικονομολόγους, αναδείχθηκαν δήμαρχοι, βουλευτές, υπουργοί, αρεοπαγίτες, στρατηγοί, καθηγητές Πανεπιστημίου στην Αμερική…
Το να γράφει ποίηση ένας έφηβος δεν είναι «ψώνιο», είναι μεγάλη πειθαρχία πνευματική να εκφράζεις τους φόβους, τις ελπίδες, τα όνειρα, τις αποστροφές, τους ενδοιασμούς, αλλά και τις απογοητεύσεις, τις ήττες μέσα στους κανόνες της ποιητικής φόρμας, τον ρυθμό, την ομοιοκαταληξία, την ισοσυλλαβία, τη δεδομένη αρχιτεκτονική του σονέτου ή της μπαλάντας. Ενας δάσκαλος, ένας γιατρός, ένας εφοριακός, ένας λοχαγός, ένας χημικός ή αστυνόμος, που κάποτε τιθάσευαν την ευαισθησία τους μέσα στους νόμους της ποιητικής, πέρα από ικανοί επιστήμονες, είναι και ευαίσθητοι δέκτες των ανθρωπίνων παθών και των συγκινήσεων.
Η συγκομιδή ποιητικών βιβλίων στον τόπο μας είναι για τους ξένους φίλους πνευματικούς ανθρώπους μια συνεχής έκπληξη. Δέχομαι συχνά και μεμονωμένες συλλογές και από εκδοτικούς οίκους ποιητικά βιβλία, κυρίως νέων, αλλά όχι μόνον, ποιητών. Και ομολογώ πως πάντα βρίσκομαι να εκπλήττομαι από την ευαισθησία των θεμάτων, αλλά κυρίως με τη στέρεα φόρμα, τη στιχουργική λιτότητα και τη γλωσσική περιουσία. Γνωρίζω πως η εποχή μας είναι αντιποιητική, αλλά το ότι στη χώρα μας εκατοντάδες νέοι, αντί για αυτοκίνητα, μοτό, τουρισμό, δουλεύοντας σε διάφορα επαγγέλματα, ξοδεύουν χρήματα για να τυπώσουν την ποίησή τους, είναι παρηγοριά και περηφάνια.
Εχω μπροστά μου, και όχι για πρώτη φορά, μια σειρά βιβλίων των εκδόσεων «Μανδραγόρας» που ειδικεύονται σε έξοχες εκδοτικές παρουσιάσεις ποιητικών συλλογών, διηγημάτων και δοκιμίων ταλαντούχων νέων, και όχι μόνο νέων, επιστημόνων που γράφουν ποίηση. Εχω στο γραφείο μου δύο συλλογές του Μιχαήλ Παπαδόπουλου «Τα πένθη μου – Τα έθνη μου» και «Ουδέν σχολείον», μια συλλογή της Μαρίνας Χρηστάκη «Ηλιοτυπία», μια συλλογή του Βάκη Λοϊζίδη «Ψεύτικο τζάκι» και δύο συλλογές του Γιώργου Τσιρώνη, που έφυγε πέρσι από τη ζωή, «Η ζωή της ποίησης» και «Πεζούλια», σε επιμέλεια του φιλολόγου, ποιητή Σωκράτη Σκαρτσή, παλιού συμμαθητή και φίλου.
……………………………….
*Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος είναι φιλόλογος, αρθρογραφός, επιφυλλιδογράφος, θεατρικός κριτικός. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο IN.GR, στις 27 Μαΐου 2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου