Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2025

Δεν είχαν ρεύμα, ούτε νερό

  ΕΦΤΙΑΧΝΑΝ ΧΑΠΙΑ ΓΙΑ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
του Γρηγόρη Κεντητού*

Με καυσόξυλα, κάρβουνα και κουτάλες μαγειρικής, μια ομάδα χημικών έφτιαχνε φάρμακα για χιλιάδες ανθρώπους, χωρίς νερό και ηλεκτρικό.
 
Σε μια εποχή που οι περισσότεροι Έλληνες δεν είχαν καν φως στο σπίτι τους, και η ύδρευση γινόταν από πηγάδια, μια χούφτα άνθρωποι κατάφερνε να παράγει φάρμακα για εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες. Ήταν τα πρώτα βήματα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, μέσα από συνθήκες που θυμίζουν εργαστήρι του 18ου αιώνα και όχι σύγχρονη παραγωγή φαρμάκων.
Το 1949, με τον Εμφύλιο ακόμα να σέρνει τα κουρέλια του, η Ελλάδα μετρούσε απώλειες, ερείπια και απόγνωση. Η πρόσβαση σε βασικά φάρμακα, όπως αναλγητικά ή αντιπυρετικά, ήταν πολυτέλεια. Οι εισαγωγές φαρμάκων είχαν σχεδόν παγώσει. Η απαίτηση της εποχής δεν ήταν απλώς ιατρική. Ήταν εθνική ανάγκη: να υπάρχει ντεπόν, κινίνο και πενικιλίνη, όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά στα βουνά της Ρούμελης και τα ξερονήσια των Κυκλάδων.
Έτσι ξεκίνησαν όλα. Οικογενειακά εργαστήρια χημείας, με πρωτοπόρους όπως ο Δημήτριος Ραφαηλίδης, ο Ιωάννης Δεσύλλας και ο μετέπειτα ιδρυτής της Elpen, Θεόδωρος Πεντακούλιας. Με τη βοήθεια απλών μεταλλικών δοχείων, ξυλόσομπες και μαγειρικά σκεύη, παρασκεύαζαν χειροποίητα χάπια και σιρόπια. Δεν είχαν ηλεκτρικό. Η θέρμανση των μιγμάτων γινόταν σε φωτιές με κάρβουνο. Δεν είχαν τρεχούμενο νερό – το έφερναν με τενεκέδες και το αποθήκευαν σε βαρέλια για να διαλύουν πρώτες ύλες και να ξεπλένουν εργαλεία.
Η παραγωγή ήταν εξαντλητική. Κάθε παρτίδα χαπιών γινόταν σε καλούπια από κασσίτερο, με μέτρηση «με το μάτι» και στέγνωμα στον αέρα. Η δοσολογία ήταν θέμα εμπειρίας, όχι ακριβούς μηχανισμού. Ο έλεγχος ποιότητας ήταν… η όσφρηση και η γεύση του ίδιου του φαρμακοποιού. Και όμως, αυτές οι αυτοσχέδιες μονάδες τροφοδοτούσαν την επαρχία με φάρμακα που έσωσαν ζωές.
Στα χρόνια του ’50, δημιουργήθηκε ο πρώτος επίσημος κατάλογος ελληνικών φαρμάκων. Σ’ αυτόν περιλαμβάνονταν δεκάδες σκευάσματα που είχαν παραχθεί σε τέτοια εργαστήρια. Κάποια απ’ αυτά πέρασαν αργότερα σε κανονική βιομηχανική παραγωγή, ενώ οι αρχικοί τους δημιουργοί έγιναν ιδρυτές εταιρειών-κολοσσών. Μέσα από μια περίοδο απόλυτης φτώχειας, ξεπήδησε μια ολόκληρη βιομηχανία: η ελληνική φαρμακοποιία.
Στην Κατοχή, κάποιοι από τους ίδιους ανθρώπους είχαν αναλάβει να παράγουν φάρμακα για την Αντίσταση. Παυσίπονα, αλοιφές για μολύνσεις, ακόμα και αντισηπτικά με οινόπνευμα ή ιώδιο, έβγαιναν από τα ίδια «φτωχά» εργαστήρια, σε υπόγεια, αποθήκες και σπίτια. Η τεχνογνωσία που απέκτησαν τότε, χρησιμοποιήθηκε στη μεταπολεμική περίοδο, όταν το κράτος ήταν ανύπαρκτο και οι ανάγκες πελώριες.
Οι πρώτες κάψουλες γεμίζονταν μία-μία στο χέρι. Οι πρώτες ετικέτες ήταν γραμμένες με μαρκαδόρο πάνω σε γυάλινα μπουκαλάκια. Τα πρώτα κουτιά φαρμάκων ήταν κουτάκια καπνού που τα κάλυπταν με χαρτί. Και όμως, παρά την πρόχειρη μορφή τους, αυτά τα σκευάσματα ακολουθούσαν τα επιστημονικά δεδομένα της εποχής. Οι συνταγές βασίζονταν σε διεθνείς φαρμακοποιίες, κυρίως γαλλικές και γερμανικές, που είχαν μεταφραστεί στα ελληνικά από τους ίδιους τους φαρμακοποιούς.
Το 1960, κάποιες από αυτές τις προσπάθειες εξελίχθηκαν σε βιομηχανίες. Η ΦΑΡΜΕΝΤΑ, η DEMO, η LAVIPHARM. Όλες τους ξεκίνησαν από μικρούς χώρους, χωρίς τεχνολογία και χωρίς υποδομές. Με εργαλεία μαγειρικής, πείσμα και επιστημοσύνη. Και το σημαντικότερο: χωρίς στήριξη από το κράτος, χωρίς τραπεζικό δανεισμό, με μόνο κεφάλαιο τη γνώση και την πίστη τους στην ανάγκη.
Σήμερα, όταν ανοίγουμε ένα κουτάκι παρακεταμόλης, δύσκολα φανταζόμαστε ότι κάποτε φτιαχνόταν με το χέρι, δίπλα σε ξυλόσομπα, χωρίς ηλεκτρικό φως. Ότι χημικοί με πτυχία, πείνα και ξεπαγιασμένα χέρια, έλιωναν πρώτες ύλες με κουτάλες και γέμιζαν κάψουλες με χωνιά. Αυτοί οι αφανείς ήρωες δεν έγιναν ποτέ διάσημοι. Αλλά κρατούσαν την υγεία της χώρας στα χέρια τους, όταν κανείς άλλος δεν μπορούσε.

……………………………….
Ο Γρηγόρης Κεντητός είναι συντάκτης της καθημερινής εφημερίδας  sportime. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στις 30 Μαΐου 2025.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου