Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

Θετικά και αρνητικά στοιχεία

     Διαβάζοντας τώρα και κάποτε…
Του Νίκου Τσούλια*

 Η μάθηση, το διάβασμα, η εκπαίδευση διαρκώς μετασχηματίζονται σε αρκετά συστατικά τους στοιχεία, αφού συναρτώνται με το πολιτισμικό και με το ευρύτερο μορφωτικό συγκείμενο. Αλλάζουν οι «καιροί» και οι αλλαγές τους αφορούν σχεδόν κάθε πτυχή της κοινωνίας.
      Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα έχει εκσυγχρονιστεί τις τελευταίες δεκαετίες και προσπαθεί – όχι και πολύ επιτυχημένα – να βρει έναν σύγχρονο ευρωπαϊκό βηματισμό. Βέβαια πρέπει να δεχτούμε ότι η ελληνική κοινωνία και πιο συγκεκριμένα η ελληνική οικογένεια έχει μια διαχρονική ισχυρή προτεραιότητα όσον αφορά την εκπαίδευση των παιδιών της. Θεωρούν ότι η εκπαίδευση της νέας γενιάς είναι η πρώτη επένδυση για τη καλύτερη δυνατή διαμόρφωση ενός ευοίωνου μέλλοντος. Αλλά αυτή η προτεραιότητα έχει μια στρέβλωση˙ δεν συνδέεται με μια ευρεία μορφωτική κουλτούρα ούτε και με μια δια βίου σχέση με τη γνώση και με την παιδεία, αλλά έχει έντονα χρησιμοθηρικό χαρακτήρα μιας επαγγελματικής κυρίως εξέλιξης.
      Η μαθησιακή ύλη των σχολείων στα παλιότερα χρόνια σαφώς και ήταν και πιο λίγη όσον αφορά την έκτασή της αλλά ήταν και πιο εύκολη συγκρινόμενη με τα αντίστοιχα «σημεία» των σημερινών σχολείων. Κάτι τέτοιο προφανώς είναι μια αναπόφευκτη αλλά και αναγκαία εξέλιξη, αφού οι απαιτήσεις στην κοινωνία διαρκώς αυξάνουν, ενώ παράλληλα και οι εξελίξεις στις άλλες χώρες είναι ομόρροπες.
      Ίσως το μεγαλύτερο συγκριτικό πλεονέκτημα στο διάβασμα των παλιότερων εποχών σε σχέση με το αντίστοιχο των σημερινών εποχών να είναι ότι οι μαθητές / μαθήτριες τότε διάβαζαν μόνοι τους σε μεγάλο βαθμό, δεν είχαν δηλαδή τα πολλαπλά σημερινά παρα-εκπαιδευτικά στηρίγματα και κυρίως τον κοινωνικής έκτασης πλέον φροντιστηριακό μηχανισμό. Τότε οι μαθητές / μαθήτριες – ιδιαίτερα των αγροτικών περιοχών – τη μόνη βοήθεια που είχαν ήταν η αλληλοστήριξή τους. Όχι μόνο δεν υπήρχαν φροντιστήρια εκτεταμένης έκτασης αλλά δεν υπήρχαν ούτε και σχολικά βοηθήματα παρά μόνο φροντιστηριακά βιβλία και αυτά σε πολύ περιορισμένη κλίμακα.
      Κοινός τόπος μεταξύ των δύο συγκρινόμενων εποχών στο ζήτημα της μάθησης είναι ότι στηριζόταν και στηρίζεται κυρίως στην απομνημόνευση και όχι στην κριτική σκέψη. Παράλληλα, επικρατούσε και επικρατεί ένας διάχυτος θεωρητικός χαρακτήρας στην εκπαίδευσή μας, με αποκορύφωμα την ατροφική ανάπτυξη της τεχνικο- επαγγελματικής εκπαίδευσης. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα – από τη γένεση του σύγχρονου κράτους μας μέχρι σήμερα – είχε και έχει μια έντονη αποστροφή προς την πρακτική γνώση και έρεπε και ρέπει ακόμα μονομερώς προς μια γενικού χαρακτήρα μαθησιακή διαδικασία. Και αυτό το χαρακτηριστικό στοιχείο συνδέεται – κατά τη γνώμη μου – με τον αξιακό κώδικα του λαού μας, που ιεραρχούσε απόλυτα την πνευματική εργασία πολύ υψηλότερα σε σχέση με τη χειρωνακτική εργασία και την θεωρούσε ως χαρακτηριστικό σημείο προόδου. Το περίεργο όμως είναι ότι και το ενδιαφέρον προς τη «γενική παιδεία» – όπως προαναφέρθηκε – είναι χρησιμοθηρικό και επομένως κοντόφθαλμο. Και αυτό είναι πρόδηλο στη σχέση των Ελλήνων με το βιβλίο, με το διάβασμα και με τις βιβλιοθήκες. 
  Θα πρέπει να σημειωθεί επιπλέον ότι οι μαθητές / μαθήτριες των παλιότερων εποχών – και κυρίως στα αγροτικά και στα εργατικά κοινωνικά στρώματα – βοηθούσαν ενεργά την οικογένειά τους στις εργασίες και ο χρόνος του διαβάσματος συχνά περιοριζόταν μετά το τέλος της ημέρας! Οι δε γενικότερες συνθήκες και προϋποθέσεις ήταν επίσης πολύ κακές, απόρροια του γενικότερου φτωχού εν πολλοίς βιοτικού επιπέδου του λαού μας.
      Απ’ όλα αυτά τα λίγα συγκριτικά στοιχεία αν έπρεπε να αξιολογηθεί το πιο κρίσιμο και το πιο καθοριστικό, θα επιλεγόταν η παλιότερη αυτενέργεια των μαθητών / μαθητριών, η σε μεγάλο βαθμό προσωπική προσπάθεια που έκαναν, κάτι που σήμερα είναι σχεδόν εξαφανισμένη κάτω από την πίεση της πολλής μαθησιακής ύλης και του παράλληλου προς το σχολείο «θεσμό» του φροντιστηρίου. Σήμερα οι μαθητές / μαθήτριες δεν έχουν καθόλου χρόνο και έτσι το προσωπικό διάβασμα, με την άνεση που αυτό επιτάσσει, είναι συρρικνωμένο. Οι μαθητές / μαθήτριες τα βρίσκουν σχεδόν έτοιμα σε μεγάλο βαθμό. Δεν έχουν αντιληφθεί ότι για να κατακτήσουν τη μαθηματική κουλτούρα – για παράδειγμα – και για να απολαύσουν τη χαρά της γνώσης απαραίτητη συνθήκη είναι η εξάσκηση στα προβλήματα, η αφιέρωση ακόμα και μισής ώρας για την επίλυση ενός δύσκολου προβλήματος. Δεν χρειάζεται να πασαλείφουν 20 και 30 ασκήσεις, όταν η δική τους ουσιαστική συμμετοχή και αυτενέργεια είναι πολύ μικρού βαθμού.
      Θα πρέπει να στοχαστούμε επί της ιστορίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Να αναλύσουμε τα θετικά και τα αρνητικά του στοιχεία ως βασική συνθήκη για το σχεδιασμό μιας σύγχρονης και ελκυστικής θεσμικής εκπαίδευσης. Παράλληλα οφείλουμε να μελετήσουμε την εικόνα των εκπαιδευτικών συστημάτων των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, για να λάβουμε υπόψη μας και τις δικές τους τάσεις, όπως επίσης και τα πορίσματα των εκπαιδευτικών συνεδρίων των διεθνών οργανισμών (ΟΥΝΕΣΚΟ κλπ) και των Εκπαιδευτικών Ενώσεων (Διεθνής Οργάνωση των Εκπαιδευτικών…). Να σταματήσουμε να ασχολούμαστε διαρκώς και διαρκώς με το εξεταστικό σύστημα, που αποτελεί και το πιο απτό δείγμα έλλειψης ουσιαστικής εκπαιδευτικής πρότασης!

ΠΗΓΗ: anthologio.wordpress.com
----------------------------------------------------------------------
* Ο Νίκος Τσούλιας είναι εκπαιδευτικός στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Διετέλεσε Πρόεδρος της ΟΛΜΕ από το 1996 έως το 2003


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου