Πέμπτη 3 Αυγούστου 2017

ΓΡΑΦΩ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙ (6/2017)



Ο ΦΟΥΡΝΑΡΗΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ

Μια φορά και έναν καιρό, ζούσε ένας βασιλιάς μαζί με την οικογένειά του. Αυτός ποτέ δεν ήθελε να είναι βασιλιάς αφού πίστευε πως δούλευε πολύ σκληρά και πάντα σκεπτόταν τι θα κάνει με τον λαό του, αφού δεν ήθελε να τους απογοητεύσει. Για αυτό άλλωστε δεν τα παρατούσε.


Μια μέρα αποφάσισε να πάει στην πόλη να δει αν όλα πάνε καλά έτσι όπως τα ήθελε. Πήγε, λοιπόν και στο τέλος ζήτησε να δει τον φούρναρη διότι η κόρη του, του είχε ζητήσει να της αγοράσει μερικά γλυκά. Όταν πήγε στον φούρνο, είδε πόσο ευτυχισμένος ήταν ο φούρναρης και του φάνηκε εύκολη η δουλειά του. Σκέφτηκε τη ζωή του αν θα ήταν φούρναρης και όχι βασιλιάς. Φαντάστηκε τη ζωή του απλή χωρίς τόσες υποχρεώσεις και πιο χαρούμενη. Πήγε λοιπόν στο παλάτι, στο πηγάδι των ευχών του και ευχήθηκε  να αλλάξει ζωή με τον φούρναρη, όμως όπως το περίμενε δεν έγινε τίποτα αφού ήταν πολύ δύσκολο να εκπληρωθεί ένα τέτοιου είδους ευχή. Για αυτό πήγε ξανά μέσα στο παλάτι, έφαγε με την οικογένεια του βραδινό και πήγε για ύπνο.
Το επόμενο πρωί, ξύπνησε σε ένα άλλο δωμάτιο, όχι στο παλάτι, η ευχή του είχε εκπληρωθεί. Ήταν τόσο ευτυχισμένος που δεν ήταν πλέον βασιλιάς. Άκουσε πολλά παράπονα από την γυναίκα του και τα παιδιά του, όμως τους εξήγησε πως δεν μπορούνε πάνε πίσω, εφόσον δεν ήθελε ο ίδιος.
Κάτι που όμως δεν είχε πάρει υπόψη του, ήταν ότι δεν ήξερε πώς να κάνει την δουλειά του φούρναρη. Έτσι άρχισαν να έρχονται πελάτες, όμως αυτός δεν είχε αρχίσει ακόμα να φτιάχνει, αφού δεν ήξερε. Είχε ελπίδες πως θα μάθαινε, αλλά ούτε η γυναίκα του ήξερε, ούτε τα παιδιά του, αφού πάντα τα είχε έτοιμα.
Όμως δεν σταμάτησε να προσπαθεί. Έφτιαχνε ψωμιά όχι τόσο καλά όσο του κανονικού φούρναρη, όμως τρώγονταν, ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε, αφού κανείς δεν ερχόταν να αγοράσει τα προϊόντα του, αφού δεν ήταν νόστιμα. Πέρασε ένας μήνας και μόνο δυο τρεις πελάτες είχαν πατήσει στον φούρνο, έτσι δεν μπορούσε να βγάλει λεφτά για να ζήσει.
Έπειτα από πολλή σκέψη αποφάσισε πως ήθελε να γίνει πάλι βασιλιάς, αφού ως φούρναρης δεν έβγαζε λεφτά να ζήσει αν και ήταν πιο ευτυχισμένος. Βρήκε λοιπόν την ευκαιρία να μπει στο παλάτι και να πάει στο πηγάδι των ευχών και να ζητήσει να ξαναγίνει βασιλιάς, και έτσι έγινε. Την επομένη μέρα ήταν πίσω στο παλάτι, στην παλιά του ζωή. Από όλο αυτό όμως έμαθε να είναι ευτυχισμένος με αυτά που έχει.

ΑΝΤΩΝΙΑ ΑΧΜΑΤΑΪ


ΣΣ. Το κείμενο αυτό αποτελεί εργασία της μαθήτριας στο πλαίσιο του μαθήματος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Α' τάξης της καθηγήτριας Γεωργίας Αλειφέρη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου