Οι ηρωίδες της Επανάστασης του 1821
της Αννίτας Ν. Πρασσά*
Σουλιώτισσες, ελαιογραφία του Γεώργιου Μηνιάτη (1823-1895) |
Μολονότι οι αγώνες αυτοί έχουν συνήθως ταυτιστεί με την αξιοσύνη και τη γενναιότητα των ανδρών της εποχής, δεν έμειναν αμέτοχες και οι γυναίκες – μάνες, κόρες, σύντροφοι – οι οποίες συχνά παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Άλλωστε μια ηρωική εποχή δεν γεννά μόνο γενναίους άνδρες, αλλά και γενναίες γυναίκες, οι οποίες ανατρέφονται από τους ίδιους γονείς και γαλουχούνται μέσα στις ίδιες συνθήκες. Εκτός λοιπόν από τις γυναίκες που μένουν πίσω και περιμένουν καρτερικά το γυρισμό των ανδρών, τους οποίους εμψυχώνουν και ενθαρρύνουν, είναι κι εκείνες που αγωνίζονται δίπλα τους, ισότιμα, αξίζοντας το ίδιο μερίδιο ανδρείας. Είναι οι γυναίκες που αποφασίζουν να παίξουν ενεργητικό ρόλο, να βγουν κι αυτές στα βουνά για να πολεμήσουν τον εχθρό, όπως η «Διαμάντω» του ομώνυμου κλέφτικου τραγουδιού:
«Ποιος είδε ψάρι στο βουνό και θάλασσα σπαρμένη, / ποιος είδε κόρη όμορφη στα κλέφτικα ντυμένη; / Δώδεκα χρόνους έκανε αρματολός και κλέφτης, / κανείς δεν την εγνώρισε πως ήταν η Διαμάντω. / Μια μέρα και μιαν εορτή και μια λαμπρήν ημέρα / βγήκαν να παίξουν το σπαθί, να ρίξουν το λιθάρι / κι όπως έπαιζαν το σπαθί, και ρίχναν το λιθάρι, / εκόπη το θηλύκι της κι εφάνη το βυζί της […]».
Τόσο λοιπόν στα προεπαναστατικά χρόνια όσο και στη διάρκεια του Εικοσιένα πολλές ήταν οι γυναίκες που με θάρρος και αυταπάρνηση αγωνίστηκαν και θυσίασαν ακόμη και τη ζωή τους για την πατρίδα, δίνοντας μαθήματα φιλοπατρίας και αγωνιστικότητας και τιμώντας το φύλο τους. Για όλες αυτές τις γυναίκες δεν μπορεί βεβαίως να γίνει ξεχωριστή μνεία στο αφιέρωμα αυτό, αλλά θα αναφερθούν ενδεικτικά ορισμένες, προκειμένου να αποδοθεί το μέγεθος της συμβολής τους στον αγώνα για την ανεξαρτησία.
Ary Scheffer, Les femmes souliotes (Οι Σουλιώτισσες), 1827 |
Οι Σουλιώτισσες διακρίνονται για τη φιλοπατρία τους και αγωνίζονται μέχρις εσχάτων αψηφώντας το θάνατο και δημιουργώντας διαχρονικά πρότυπα ηρωισμού και λεβεντιάς. Ο «Χορός του Ζαλόγγου» (παραμονές Χριστουγέννων του 1803) αποτελεί αιώνιο σύμβολο για τη γυναίκα που προτιμά το θάνατο από την ατίμωση και τη δυστυχία. Τη γυναίκα – ηρωίδα, που «της Ελευθερίας ο έρως» τη σπρώχνει να θυσιάσει τον εαυτό της και τα παιδιά της, να αποχαιρετήσει παντοτινά και με τόσο τραγικό τρόπο τη «γλυκιά ζωή» και τη «δύστυχη πατρίδα»: «Στη στεργιά δεν ζει το ψάρι / ούτ’ ανθός στην αμμουδιά / κ’ οι Σουλιώτισσες δεν ζούνε μέσ’ τη μαύρη τη σκλαβιά». Μια θυσία που έχει εμπνεύσει τόσο τη λογοτεχνία όσο και τις εικαστικές τέχνες.
Την ίδια χρονική στιγμή (Δεκέμβριος του 1803), η Δέσπω Σέχου-Μπότση, σύζυγος του Γιωργάκη Μπότση, κυνηγημένη από τους Τουρκαλβανούς μετά τη συνθηκολόγηση του Αλή πασά με τους Σουλιώτες, οχυρώθηκε με τις κόρες, τις νύφες και τα εγγόνια της στον πύργο του Δημουλά στη Ρηνιάσα και ύστερα από σθεναρή αντίσταση ανατίναξε τον πύργο για να μην παραδοθούν στον εχθρό.
Ο ηρωισμός της Δέσπως Μπότση, έχει απαθανατιστεί στο γνωστό δημοτικό τραγούδι:
Αχός βαρύς ακούεται, πολλά τουφέκια πέφτουν.
Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μήνα σε χαροκόπι;
Ουδέ σε γάμο ρίχνονται ουδέ σε χαροκόπι.
η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφες και μ’ αγγόνια.
Αρβανιτιά την πλάκωσε στου Δημουλά τον πύργο:
«Γιώργαινα, ρίξε τ’ άρματα, δεν είναι εδώ το Σούλι.
εδώ είσαι σκλάβα του πασά, σκλάβα των Αρβανίτων».
«Το Σούλι κι αν προσκύνησε, κι αν τούρκεψεν η Κιάφα,
η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκαμε, δεν κάνει».
Δαυλί στο χέριν άρπαξε, κόρες και νύφες κράζει:
«Σκλάβες Τούρκων μη ζήσωμε, παιδιά μ’, μαζί μου ελάτε»,
και τα φυσέκια ανάψανε, κι όλοι φωτιά γενήκαν.
Η Μόσχω Τζαβέλα, σύζυγος του Λάμπρου, η Χάιδω Γιαννάκη Σέχου, η Δέσπω Σέχου-Μπότση, η Δέσπω Φώτου Τζαβέλα, η Ελένη Μπότσαρη, η Χρυσούλα Μπότσαρη και οι κόρες της Βασιλική και Αικατερίνη, αλλά και πολλές άλλες τίμησαν την πατρίδα με την ηρωική στάση τους στις κρίσιμες για το Σούλι εποχές του διωγμού του Αλή πασά, αλλά και στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης.
Ευγένιος Ντελακρουά Η σφαγή της Χίου |
François-Auguste Vinson Μετά τη σφαγή στη Σαμοθράκη |
Louis Josef Toussain Rossignion (1781-1850) -Η τελευταία μετάληψη των Μεσολογγιτών |
Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους σώζονται μεταγενέστερες αναφορές προς τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια μερικών Μεσολογγιτισσών που είχαν στο μεταξύ απελευθερωθεί και ζητούσαν την κρατική πρόνοια, την οποία και έλαβαν. [7]
Ανάμεσα στις επώνυμες γυναικείες παρουσίες του Αγώνα, που το όνομά τους γρήγορα έγινε γνωστό στο εξωτερικό, είναι η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα (1776-1825) και η Μαντώ Μαυρογένους (1796/7-1840).
Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα σε ένα από τα λαϊκά φυλλάδια που κυκλοφορούσαν στη Ρωσία στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης. |
Von_Hess, Μπουμπουλίνα |
Ο πρωταγωνιστικός της ρόλος δεν την άφησε αμέτοχη στις εμφύλιες διαμάχες, κατά τις οποίες υποστήριξε τους στρατιωτικούς και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, με τον οποίο είχε συγγενέψει μετά το γάμο της κόρης της Ελένης Μπούμπουλη με τον Πάνο Κολοκοτρώνη. Το επιβλητικό παρουσιαστικό της και η συμπεριφορά της αποτέλεσαν πρότυπο για τις σύγχρονες Ευρωπαίες, το δε ντύσιμό της είχε γίνει μόδα (μόδα «a la Bobeline»).
Διονυσίου Τσόκου: Η Μαντώ Μαυρογένους. Σπουδή για τον πίνακα «Η Δολοφονία του Καποδίστρια» |
Η Μαντώ Μαυρογένους [9] ως γυναίκα ήταν το αντίθετο της Μπουμπουλίνας: εύθραυστη ομορφιά, λεπτή και λυγερή κορμοστασιά, μεγαλωμένη στην Τεργέστη με ευρωπαϊκή ανατροφή και παιδεία. Στις παραμονές του Αγώνα βρισκόταν στην Τήνο με το θείο της Φιλικό κληρικό παπα-Μαύρο, από τον οποίο μυήθηκε στον Αγώνα και μαζί του πήγε στη Μύκονο αμέσως μετά την έκρηξη της Επανάστασης. Εκεί η νεαρή Μαντώ διέθεσε όλη την πατρική περιουσία στον απελευθερωτικό αγώνα, ενώ έλαβε και η ίδια μέρος σε πολλές επιχειρήσεις. Η φήμη της γρήγορα ξεπέρασε τα σύνορα του ελληνικού χώρου και από τη θέση αυτή η νεαρή Ελληνίδα απηύθυνε έκκληση βοήθειας στους Ευρωπαίους φιλέλληνες και κυρίως στις Αγγλίδες και Γαλλίδες. Η αφειδώλευτη και ανιδιοτελής προσφορά της για την ανεξαρτησία δεν είχε τη δέουσα απήχηση στους συγχρόνους της. Ο έρωτάς της με τον Δημήτριο Υψηλάντη προκάλεσε προφανώς το φθόνο οπαδών του νεαρού πρίγκιπα, και είχε αποτέλεσμα τη δόλια απομάκρυνσή της στη Μύκονο και τη συκοφάντησή της στον ίδιο. Η περιπέτεια αυτή πίκρανε αφάνταστα τη Μαντώ, η οποία έκτοτε έζησε στις Κυκλάδες, ζητώντας μάταια οικονομική ενίσχυση από το κράτος. Πέθανε πάμφτωχη, λησμονημένη και πικραμένη. Σε αντίθεση με τη δίκαιη όσο ζούσε πίκρα της, μετά το θάνατό της δικαιώθηκε και η προσφορά της στον Αγώνα τής προσδίδει περίοπτη θέση ανάμεσα στις ηρωίδες της Επανάστασης
Charles Lock Eastlake - Έλληνες πρόσφυγες (1833) |
.....................................................
Η Αννίτα Ν. Πρασσά είναι δρ Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας, προϊσταμένη Γενικών Αρχείων Κράτους Ν. Μαγνησίας. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο ένθετο περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, «Σελίδες από την Ιστορία της Γυναίκας», τεύχος 175, 6 Μαρτίου 2003.
Υποσημειώσεις
[1] Ε. J. Hobsbawm, Η εποχή των Επαναστάσεων 1789-1848, Αθήνα (ΜΙΕΤ) 1990, σ. 190.
[2] Για τούς αγώνες και τη συμπεριφορά των Σουλιωτισσών βλ. Κούλα Ξηραδάκη, Γυναίκες του ’21. Προσφορές, ηρωισμοί και θυσίες, Αθήνα-Γιάννινα, Δωδώνη 1995, σ. 27-87.
[3] Για την καταστροφή της Χίου ενδεικτικά Βλ. Χιακόν Αρχείον, τ. 1, σ. 20 επ., Αρχείον Κοινότητος Ύδρας, τ. Η , σ. 74-76, Γ. θ. Ζώρας, «Η εν έτει 1822 καταστροφή της Χίου κατά άγνωστον περιγραφήν του Ολλανδού προξένου. (Μία ενδιαφέρουσα εξιστόρησης των τραγικών γεγονότων)», Παρνασσός, τ. ΙΕ’ (1973), σ. 607-641.
[4] Ξηραδάκη, ό.π., σ. 230.
[5] Σχετικά Βλ. I. Δ. Δημάκης, «Τα δραματικά γεγονότα της Χίου του 1822 διά μέσου των στηλών του γαλλικού Τύπου της εποχής», Χιακή Επιθεώρησις, τ. Β (1964), σ. 167-182, του ίδιου, «Μαρτυρίες για την τύχη μερικών ορφανών από τη Χίο που γλύτωσαν από τη σφαγή του 1822», Χιακή Επιθεώρησις, τ. Γ (1965), σ. 159-168.
[6] Ξηραδάκη, ό.π., σ. 249.
[7] «Ήδη δε απελευθερωθείσα έφθασεν εδώ γυμνή και τετραχηλισμένη», ό.π., σ. 145.
[8] Για την Μπουμπουλίνα Βλ. Σωτηρία Αλιμπέρτη, Αι ηρωίδες της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήναι 1933, Ξηραδάκη, ό.π., σ. 266-285, Φίλιππος Δεμεριζής – Μπούμπουλης, Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, Μουσείο Μπουμπουλίνας, Σπέτσες 2001, Χωσιές Μπαστιάς, Η Μπουμπουλίνα (μυθιστορία), Αθήνα 1946 (Εκδοτική Αθηνών 1995), Ελένη Κεκροπούλου, Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα (ιστορικό μυθιστόρημα), Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη, Αθήνα 1993, Michel de Grece, Η Μπουμπουλίνα (μυθιστόρημα), εκδ. Φερενίκη, Αθήνα 1999.
[9] Για την Μπουμπουλίνα Βλ. Αλιμπέρτη, ό.π., Ξηραδάκη, ό.π., σ. 286-310.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου