ΤΟ ΜΩΒ ΛΟΥΛΟΥΔΙ
Μια φορά και έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα ζούσε ένας βασιλιάς που είχε μια πολύ όμορφη κόρη, την Ηλέκτρα. Η γυναίκα του είχε πεθάνει στη γέννα και το κορίτσι μεγάλωνε με τον αυστηρό και ιδιότροπο πατέρα της. Της απαγόρευε να πηγαίνει βόλτες στο δάσος με τις φίλες της και το κορίτσι έβγαινε από το παλάτι μόνο σε γιορτές.
Μια μέρα, οι υπηρέτριες του παλατιού αποφάσισαν να πάνε στο δάσος, κοντά στο ποτάμι να μαζέψουν ανοιξιάτικα λουλούδια και μούρα και πρότειναν στην Ηλέκτρα να έρθει μαζί τους. Το κορίτσι χάρηκε πολύ και έτρεξε στον πατέρα της. Τον παρακαλούσε για μέρες, ώσπου τελικά ο προστατευτικός βασιλιάς υποχώρησε.
Τα κορίτσια με χαρά ξεκίνησαν ανέμελα για την εξοχή. Στο δρόμο τραγουδούσαν, μάζευαν λουλούδια και έπλεκαν στεφάνια. Τις φωνές των κοριτσιών άκουσε ένας κακός μάγος που ζούσε εξόριστος στο δάσος.
Από καιρό έχει ακούσει για την ομορφιά της Ηλέκτρας και ήθελε την παντρευτεί και να σκοτώσει τον πατέρα της για να γίνει ο ίδιος βασιλιάς. Μόλις είδε πως η Ηλέκτρα απομακρύνθηκε λίγο, της έστησε παγίδα. Το κορίτσι έκοψε ένα μοβ λουλούδι που την εντυπωσίασε και όταν το μαγεμένο λουλούδι έβγαλε το δηλητήριο από το βραστό και άγγιξε το χέρι της, το κορίτσι έπεσε αναίσθητο. Ο μάγος την πλησίασε και την έφερε στην υπόγεια σπηλιά του.
Οι φίλες της μάταια τη φώναζαν και την έψαχναν. Το κορίτσι είχε χαθεί. Μόλις έμαθε τα νέα ο βασιλιάς, κόντεψε να πεθάνει από τη στεναχώρια του. Ξεσήκωσε όλο το βασίλειο προκειμένου να τη βρει. μάλιστα σκόπευε να δώσει τη μονάκριβη κόρη του σ όποιον την έβρισκε και θα τον έκανε διάδοχό του.
Οι μέρες περνούσαν και ο βασιλιάς απελπίστηκε. Ώσου μία μέρα ένας κυνηγός που κυνηγούσε με το σκύλο του στο δάσος έπεσε πάνω σε μια πέτρα που ήταν καλυμμένη με σωρό από φύλλα. Ο κυνηγός σκόνταψε και έπεσε στη γη. Τότε σαν να άκουσε φωνές σπαρακτικές που έβγαιναν μέσα από τη γη και ο σκύλος του άρχισε να γαβγίζει και να γρυλίζει. Μετακίνησε την πέτρα και είδε πως έκρυβε κάτω μία καταπακτή. Ο σκύλος αναγκάστηκε να τον ακολουθήσει. Βρέθηκε σε μία υπόγεια κρύα σπηλιά. Στους τοίχους κρέμονταν κεφάλια ζώων και αναμμένες δάδες. Ενώ στις βραχώδεις εσοχές υπήρχαν αμέτρητα δοχεία με διάφορα βότανα και μαγικά φίλτρα. Ο μάγος έλειπε εκείνη τη στιγμή. Η φοβισμένη κοπέλα είχε χάσει κάθε ελπίδα. Ήταν τόσο τρομαγμένη που δεν μπορούσε καν να μιλήσει. Ο κυνηγός της μιλούσε με τρυφερότητα και υποσχέθηκε να τη βοηθήσει. Όμως ενώ μιλούσαν, ακούστηκε από πάνω θόρυβος. Ήταν ο μάγος που επέστρεφε.
Τότε ο κυνηγός κρύφτηκε στο βάθος σπηλιάς, για να αιφνιδιάσει το μάγο. Μόλις εκείνος πλησίασε την κοπέλα, ο κυνηγός ήρθε πίσω του και του έριξε το μωβ υγρό που βρισκόταν μέσα στο γυάλινο μπουκάλι. Ήταν το δηλητήριο με το οποίο ο μάγος αποκοίμισε την Ηλέκτρα. Ο μάγος έπεσε αναίσθητος κάτω, ενώ ο κυνηγός και το κορίτσι σκαρφάλωσαν και κατάφεραν να βγουν έξω.
Ο κυνηγός σφράγισε την είσοδο της σπηλιάς με τον ίδιο βράχο εγκλωβίζοντας τον κακό μάγο μέσα για πάντα. Δεν θα ξανά έκανε κακό πια σε κανέναν. Μετά ο κυνηγός έφερε τη βασιλοπούλα στο παλάτι.
Η χαρά του βασιλιά ήταν απερίγραπτή. Ο απλός αυτός ο άνθρωπος έσωσε την μονάκριβή του κόρη και όλο το βασίλειο από τον κακό μάγο. Πάντρεψε την κόρη του με το κυνηγό σωτήρα της και ζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.
ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΣΣ. Στο πλαίσιο του μαθήματος των κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, της καθηγήτριας Γεωργίας Αλειφέρη, και με αφορμή παραμύθια και λαϊκές αφηγήσεις που ανθολογούνται στο σχολικό βιβλίο, μαθητές και μαθήτριες… «μαγείρεψαν» τα δικά τους παραμύθια και τις δικές τους ιστορίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου