Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2021

Ο αετός του Σουλίου

Μάρκος Μπότσαρης

Το Παλιοχώρι ήταν ένα χωριό κοντά στο Σούλι Θεσπρωτίας. Σήμερα είναι σχεδόν έρημο. Παλιά όμως είχε πολλά σπίτια και κατοίκους. Σε ένα από τα σπίτια του, κάποια στιγμή, το 1790, ακούστηκε ένα κλάμα μωρού. Ενός μωρού που το κλάμα του, τα δάκρυά του, θα ξέπλεναν τα αμαρτήματα ολόκληρης της οικογένειάς του. Το 1790 γεννήθηκε ο μικρός Μάρκος Μπότσαρης!
Ο Μάρκος Μπότσαρης υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους αγωνιστές του ’21. Ήταν σεμνός και ταπεινός που μόνο με τον Νικηταρά μπορούσε να συγκριθεί. Ωστόσο ήταν και εσωστρεφής και είχε μεγάλο πόθο για δόξα. Έμοιαζε περισσότερο με Ευρωπαίο παρά με Σουλιώτη. Ωστόσο στις μάχες πολεμούσε σαν λιοντάρι. Επίσης είχε συγγράψει ένα ελληνο-αρβανίτικο λεξικό που βρίσκεται σήμερα στην εθνική βιβλιοθήκη του Παρισίου. Πατέρας του ήταν ο Κίτσος (= Χρήστος) Μπότσαρης από τη Σαμονίβα Σουλίου και μητέρα του ήταν η Χρύσα Παπαζώτου-Γιώτη κόρη του οπλαρχηγού Ζώη. Ήταν το πέμπτο από τα 18 (!) παιδιά του Κίτσου.
Ο μικρός Μάρκος έμαθε γράμματα στο ναό της Αγίας Παρασκευής στο Κούγκι. Εκεί ο καλόγερος Σαμουήλ του δίδαξε γραφή και ανάγνωση. Αλλά στα Γιάννενα ο Αλή πασάς λυσσομανούσε. Ήθελε οπωσδήποτε να αφανίσει το Σούλι από το χάρτη. Έτσι, στα  1799, έδωσε αρματολίκια (τόποι διοίκησης) στον Γιώργη Μπότσαρη (παππούς του Μάρκου) στο Βουλγαρέλι και στα Τζουμέρκα.  Οι Μποτσαραίοι έκαναν το ολέθριο λάθος να φύγουν από το Σούλι και μετακόμισαν στο Βουλγαρέλι. Ο Αλή τότε βρήκε την ευκαιρία να πολιορκήσει το Σούλι και να αρχίσει πόλεμο. Ένας πόλεμος που έμελλε να κρατήσει τρία χρόνια. Στις 26 Δεκεμβρίου 1803 το Σούλι παραδόθηκε στους Αλβανούς. Οι Σουλιώτες το εγκατέλειψαν χωρισμένοι σε τρεις φάλαγγες. Τη μία φάλαγγα την διοικούσε ο Φώτος Τζαβέλας η οποία έφτασε στην Πάργα και από εκεί στα Επτάνησα. Η άλλη που τη διοικούσε ο Κουτσονίκας έφτασε στο Ζάλογγο όπου και σκοτώθηκαν από παγίδα που τους είχαν στήσει οι Αλβανοί. Την τελευταία διοικούσε ο Κίτσος Μπότσαρης όμως δεν θα απέφευγαν τον κίνδυνο του Αλή πασά. Έτσι πήγαν στο μοναστήρι του Σέλτσου, κοντά στη Βρεστενίτσα Ευρυτανίας. 
Τη φάλαγγα του αποτελούσαν χίλιοι πεντακόσιοι άνθρωποι από τους οποίους μόνο οι 400 ήσαν πολεμιστές. Άρχισαν να οχυρώνουν όχι το μοναστήρι  αλλά τις γύρω βουνοκορφές. Ο Αλή έστειλε τότε δεκατρείς χιλιάδες στρατιώτες να αφανίσουν την φάλαγγα αυτή. Η πολιορκία που ακολούθησε κράτησε πέντε μήνες. Το μοναστήρι του Σέλτσου έπεσε από προδοσία τελικά. Ο Μάρκος έχασε τον θείο του, Νίκηζα, τα αδέλφια του Γιαννάκη, Λένω και Γιώργο καθώς και την μητριά του την Αναστασία Μακαντώνη. Από τα 1.500 άτομα μόνο 45 σώθηκαν, ανάμεσά τους μόνο μία γυναίκα. Αυτά τα άτομα κατέφυγαν σε μία σπηλιά στα Άγραφα όπου και έμειναν για εννιά μέρες τρώγοντας φύλλα και μασώντας χιόνι!
Τελικά έφτασαν με πολλές δυσκολίες στην Κέρκυρα. Εκεί ο πατέρας του Μάρκου τάχθηκε στον Ρωσικό στρατό. Ακολούθησαν τα εκπληκτικά ταξίδια του Μάρκου στην Ιταλία, στην Δαλματία, στην Τένεδο και στην Λευκάδα… Το 1807 ύστερα από την συνθήκη του Τιλσίτ τα Επτάνησα περιήλθαν στα χέρια των Γάλλων. Οι τελευταίοι δημιούργησαν ένα τάγμα και το ονόμασαν «Αλβανικό Σύνταγμα». Η απαράδεκτη ονομασία του δόθηκε για να μην δυσαρεστηθούν οι φανατικοί Καθολικοί Ευρωπαίοι που μισούσαν το οτιδήποτε ελληνικό. Ο Κίτσος Μπότσαρης έγινε συνταγματάρχης αυτού του τάγματος. Δεν άργησε να διεκδικεί μία θέση στο τάγμα και ο Μάρκος! Με συνεχείς πιέσεις και ατελείωτα παρακάλια ζητούσε επί μήνες από τον πατέρα του να φροντίσει για αυτό. Αλλά αυτός έμενε αναποφάσιστος. Έτσι μία μέρα πήρε το ζήτημα στα χέρια του: Παρουσιάστηκε στους Γάλλους και τους απαίτησε να τον βάλουν στο τάγμα. Για κάποιους ανεξήγητους λόγους οι Γάλλοι τον έταξαν στο τάγμα με το βαθμό του υπαξιωματικού!
Στα 1811 ο Μάρκος έλαβε μέρος στην υπεράσπιση της Λευκάδας από τους Άγγλους. Τότε ήρθε αντιμέτωπος με… τον Κολοκοτρώνη! Τότε ο Κολοκοτρώνης λειτουργούσε ως λοχαγός και ο Μπότσαρης ως ταγματάρχης. Ευτυχώς οι δύο μετέπειτα επαναστάτες του ‘21 έμειναν αλώβητοι από την μάχη. Αργότερα μάλιστα έγιναν φίλοι. Όταν ο Μάρκος έγινε 20 ετών παντρεύτηκε την Χρυσούλα Καλόγερου και έκανε μαζί της πέντε παιδιά: την Ελένη (πέθανε στους πρώτους της μήνες), τον Δημητράκη, την Βασιλική, την Αναστασία και τελευταία την όμορφη Ρόζα. Το 1813 ο δαιμόνιος Αλή πασάς κάλεσε στην Αυλή του τους Μποτσαραίους. Όταν όμως ο Κίτσος Μπότσαρης έφτασε στην Άρτα δολοφονήθηκε από τον Γώγο Μπακόλα με εντολή του Αλή. Ο Μάρκος έχασε έναν πολύ στοργικό πατέρα και λυπήθηκε πολύ για αυτό… Ύστερα κάθισε μπροστά από το εικόνισμα της βρεφοκρατούσας Παναγιάς κι ορκίστηκε να πάρει εκδίκηση. Αργότερα όμως αναγκάστηκε να συμφιλιωθεί με τον δολοφόνο του πατέρα του για το κάλο της πατρίδας!
Στα δύο χρόνια μετά την δολοφονία του πατέρα του ο Αλή πασάς, εκτιμώντας την πολεμική του δράση στα Επτάνησα, τον έκανε διοικητή στο Κακόλακο Ιωαννίνων. Οι Σουλιώτες δυστυχώς δεν μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία, την οργάνωση που δημιούργησε την Επανάσταση, γιατί ο Χρ. Περραιβός (απόστολος της Εταιρείας στην ‘Ήπειρο) δεν τους εμπιστεύονταν.
Το 1820 ο Αλή πασάς κηρύχτηκε αποστάτης από τον Σουλτάνο και μεγάλα στρατεύματα πολιόρκησαν τα Γιάννενα. Ο αρχηγός τους ο Ισμαήλ Πασόμπεης ζήτησε από τους Σουλιώτες συμμαχία  και εκείνοι δέχτηκαν με αντάλλαγμα το Σούλι. Οι Τούρκοι όμως αθέτησαν την υπόσχεσή τους. Έτσι, ένα βράδυ του Οκτώβρη, ο Μπότσαρης πήρε τους δικούς του και έφυγαν από το τουρκικό στρατόπεδο. Έκαναν συμμαχία με τον Αλή πασά και για να είναι η συμμαχία πιο πειστική αντάλλαξαν ομήρους, ο Αλή πάσας τα εγγόνια του και ο Μπότσαρης τη ίδια του την οικογένεια! Οι Σουλιώτες ξαναπήραν το Σούλι και σχημάτισαν την Αλβανο-Σουλιωτική συμμαχία. Τότε ο Μπότσαρης άρχισε ένα δίχρονο αγώνα κατά των Τούρκων στην Ήπειρο. Πρώτα τους νικάει στο βουνό Σατοβίτσα και μετά καταλαμβάνει τους Βαρυάδες. Ύστερα στήνει ενέδρα στους Κουμτσάδες και διαλύει μία εφοδιοπομπή εκεί και καταλαμβάνει το φρούριο των Πέντε Πηγαδιών. Ο Πασόμπεης τότε έστειλε 5.000 στρατιώτες να αφανίσουν τον Μπότσαρη. Εκείνος όμως έστησε παγίδα. Όταν οι στρατιώτες έφτασαν και ήταν νύκτα αποφάσισαν να διανυκτερεύσουν σε ένα εγκαταλειμμένο πανδοχείο όπου ήταν εκεί. Τότε ο Μπότσαρης και οι Σουλιώτες του επιτέθηκαν από το φρούριο, κατέσφαξαν τους Τούρκους και έκαψαν τις πρόχειρες κατασκηνώσεις τους! Οι Τούρκοι που δεν μπορούσαν να ξεχωριστούν στην νύκτα άρχισαν να σφάζονται μεταξύ τους! Το πρωί το θέαμα στα Πέντε Πηγάδια ήταν τρομακτικό…
Τον Μάρτη του 1821 οι Σουλιώτες έμαθαν για την επικείμενη Ελληνική εξέγερση και αποφάσισαν να ταχθούν με το μέρος της, διατηρώντας ταυτόχρονα την συμμαχία με τους Αλβανούς για το συμφέρον φυσικά του έθνους τους. Όταν λοιπόν ήρθε η επανάσταση ο Μπότσαρης σημείωσε μεγάλες νίκες. Με 2.300 άνδρες, τον θείο τον Νότη και τον Γεώργιο Δράκο καταλαμβάνει τη Μπογόρτσα, τα Ολύτσικα, την Πλαγιά και το Λούρο ενώ ύστερα κατέλαβε τα Λέλοβα μετά από 13 ημέρες πολιορκίας, πήρε το παραθαλάσσιο φρούριο της Ρηνιάσας χωρίς απώλειες, μετά κατέλαβε τους Δραμασούς, τα Κασμηρά, την Ραψίστα μία ώρα μακριά από τα Γιάννενα. Στην Πλάκα και στο Αυτί σημείωσε επίσης αρκετές σημαντικές νίκες. Μετά αφανίζει 1.000 καβαλάρηδες από την Άρτα… Στα Δερβίζιανα, το φθινόπωρο του 1821, συνέτριψε με μόλις 350 άνδρες ένα Τουρκικό μισθοφορικό σώμα με το ριψοκίνδυνο τέχνασμα να μπει ανάμεσα στους Τούρκους προσποιούμενοι τους Αλβανούς και να τους επιτεθεί! Έλαβε μέρος στην πολιορκία της Άρτας που κράτησε δεκαπέντε μέρες περίπου και τέλειωσε άδοξα στο τέλος του Νοέμβρη. Την αποτυχία της προκάλεσε η διάλυση της Αλβανο-Σουλιωτικής συμμαχίας,  οποία συνέβη από την αυθάδεια των Στερεοελλαδιτών οπλαρχηγών.
Τον Ιανουάριο του 1822 ο Αλή πασάς σκοτώθηκε. Ο νέος αρχηγός των τουρκικών στρατευμάτων τώρα, ο Χουρσίτ, άρχισε να πολιορκεί το Σούλι παρά τις συνεχόμενες επιτυχίες του Μπότσαρη. Έτσι ο Μπότσαρης ζήτησε βοήθεια από τον υπουργό Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Εκείνος οργάνωσε την εκστρατεία της Ηπείρου που κατέληξε στην καταστροφή του Πέτα τον Ιούλιο. Ο Μπότσαρης με μόλις 30 παλικάρια κατάφερε να διαφύγει στο Μεσολόγγι.
Στις 11 Οκτωβρίου 1822 ο Μαυροκορδάτος ονόμασε τον Μπότσαρη στρατηγό. Ο τελευταίος προσπάθησε να οργανώσει την άμυνα του Μεσολογγίου διότι ο Ομέρ Βρυώνης με χιλιάδες Αλβανούς ερχόταν να πολιορκήσει το Μεσολόγγι. Ο Μάρκος άφησε να διαρρεύσουν φήμες πως οι υπερασπιστές του Μεσολογγίου ήσαν πιο πολλοί απ’ όσοι πίστευαν. Έτσι όταν στις 25 του Οκτώβρη οι Αλβανοί πολιόρκησαν το Μεσολόγγι ζήτησαν να αρχίσουν συνομιλίες με τον Μπότσαρη για την παράδοση της πόλης. Εκείνος δέχτηκε όχι για να παραδώσει την πόλη αλλά για να κερδίσει χρόνο. Και αυτό το κατάφερε! Μερικές μέρες αργότερα, ενώ ο Μάρκος συνέχιζε τις συνομιλίες, έφτασαν στο Μεσολόγγι ενισχύσεις από την Πελοπόννησο. Έτσι οι Αλβανοί, αφού απέτυχαν να κυριεύσουν το Μεσολόγγι και τα Χριστούγεννα, πήραν την απόφαση να λύσουν την πολιορκία.
Η υπογραφή του Μάρκου Μπότσαρη
Τον επόμενο χρόνο άρχισαν οι διχόνοιες μεταξύ των Ελλήνων. Οι οπλαρχηγοί της Στερεάς Ελλάδας ζήλεψαν τον Μάρκο Μπότσαρη που ήταν στρατηγός και έκαναν παρατήρηση στον Κωνσταντίνο Μεταξά. Εκείνος τους έκανε για λίγες μέρες στρατηγούς, αλλά και πάλι αυτό δεν ήταν αρκετό. Και πάνω σε αυτά μία ανησυχητική είδηση έφτασε στο Μεσολόγγι: ο Μουσταή πασάς (Μουσταφά) απ’ την Σκόδρα της Αλβανίας με 10.000 εκλεκτούς στρατιώτες είχε φτάσει κοντά στην Στερεά Ελλάδα. Σκόπευε να κατέβει στην Στερεά Ελλάδα και να κάνει το Μεσολόγγι στάχτη. Στις 14 Ιουλίου 1823 ο Μάρκος κάλεσε όλους τους οπλαρχηγούς. Τους είπε:
-Σας ορκίζομαι πως κανένα αξίωμα δε θέλω ούτε ζήτησα. Η κυβέρνηση μου έδωσε ένα βαθμό, τάχα εσείς δεν είστε άξιοι να το πάρετε; Λοιπόν μπροστά σας σκίζω το δίπλωμα!
Το έβγαλε από την ζώνη του, το φίλησε για να δείξει τον σεβασμό του και το έσχισε στην μέση! Ύστερα είπε:
-Τα διπλώματα δίνονται στις μάχες και δεν είναι γραμμένα στα χαρτιά, αλλά στις λεπίδες των σπαθιών!
Έτσι συμφιλιώθηκε με τους οπλαρχηγούς και αποφάσισαν να σταματήσουν τον Μουσταή. Κατάφεραν να μαζέψουν 1.250 άντρες και στρατοπέδευσαν στο Μικρό Χωριό Ευρυτανίας στις 5 Αυγούστου. Την ίδια μέρα στρατοπέδευσε στο Κεφαλόβρυσο Καρπενησίου ο Τζελαλεντίν μπέης με 5.000 Αλβανούς πολεμιστές. Ο Μπότσαρης αρχικά έστειλε κατασκόπους στο στρατόπεδο του Τζελαλεντίν μπέη να συλλέξουν πληροφορίες. Αφού πήρε τα στοιχεία που χρειαζόταν σχεδίασε να κάνει μία ριψοκίνδυνη, νυχτερινή επίθεση στο στρατόπεδο.
Το βράδυ της 8ης Αυγούστου ο Μάρκος με 350 Σουλιώτες επιτέθηκε στο Κεφαλόβρυσο. Η καταστροφή που έπαθαν οι Αλβανοί ήταν μεγάλη: πάνω από 1.200 νεκροί και τραυματίες! Ο Μπότσαρης αιχμαλώτισε πολλούς αξιωματικούς. Ήθελε να πιάσει και τον ίδιο τον Τζελαλεντίν μπέη! Πάνω στη μάχη όμως μία σφαίρα τον τρύπησε στον βουβώνα. Το αγνόησε και προσπάθησε να πηδήξει ένα μαντρότοιχο. Τότε… μια σφαίρα τον χτύπησε στο δεξί του μάτι. Αμέσως ξεψύχησε… Τα παλικάρια του τον πήραν από την μάχη και έφυγαν… Το άστρο του ηρωισμού και της μεγαλοψυχίας είχε βασιλέψει ξαφνικά για πάντα τα χαράματα της 9ης Αυγούστου 1823…
Στις 10 Αυγούστου έγινε η κηδεία του Μάρκου στο Μεσολόγγι με μεγάλες εξαιρετικά τιμές. Ήταν τότε 32 χρονών…
Ορίστε πως περιγράφει ένα δημοτικό τραγούδι τον θάνατό του:
Πικρή ορμή κατάφεραν στου Σκόδρα το τσαντήρι
Χίλιους διακόσιους σκότωσαν χώρια τους λαβωμένους
Ένας Λατίνος το σκυλί, το χέρι που να του πέσει,
Πικρό τουφέκι έριξε στου Μάρκου το κεφάλι.
Κι ο Μάρκος εβαρέθη και ο Μάρκος ελαβώθη.
Ψιλή φωνή ανέβασε όσο κι αν εδυνήθη:
-Πού ‘σαι Κώστα μ’ αδερφέ, τον πόλεμο μην πάψεις,
Σουλιώτες μην με κλάψετε μην μαυροφορεθείτε.
Γράψτε στην γυναίκα μου, την δύστυχη Χρυσούλα,
Οπούναι μεσ’ την Φραγκιά, μεσ’ την Αγκόνα
έννοια να μου ‘χει το παιδί, γράμματα να το μάθει…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου