Eνα όμορφο ζευγάρι της γλώσσας μας
Του Νίκου Τσούλια*
Καιρούς αργότερα όταν έμαθα ότι φρέσκο νερό διαλαλούσαν οι νερουλάδες στους βυζαντινούς δρόμους της Πόλης, συνέδεσα τα δύο γεγονότα ως στοιχεία της συλλογικής αφήγησης του λαού μας και χάρηκα που το σκίρτημα της σκέψης (μου) μού χάρισε αυτή την τόσο ξεχωριστή χαρά.
Αλλά οι νερουλάδες του Βυζαντίου έκαναν και κάτι άλλο. Εκτιμούν οι γλωσσολόγοι ότι το διαλάλημα αυτών των μικροεμπόρων του δρόμου περί φρέσκου νερού ήταν το σημείο της εκφραστικής καμπής μας για το πιο πολύτιμο αγαθό της φύσης και της ζωής. Διαλαλούσαν την πραμάτεια τους φωνάζοντας για νεαρό (φρέσκο) ύδωρ. Και σιγά – σιγά το επίθετο «νεαρό» ουσιαστικοποιήθηκε και πήρε τη θέση του «ύδατος» μετασχηματιζόμενο σε νερό. Και η λέξη αυτή φτάνει μέχρι τις ημέρες μας – το δε φρέσκο νερό θα ξανάλθει στην επιφάνεια με άλλο επίθετο τώρα και άλλο ουσιαστικό και αντί για «νεαρό ύδωρ» θα έχουμε «φρέσκο νερό». Και αυτά τουλάχιστον μέχρι τις εποχές των πηγαδιών, που το νερό έβγαινε κατά κβάντα – κατά περιόδους και κατά συγκεκριμένες ποσότητες – και δεν έρρεε συνεχώς από τις βρύσες όπως γίνεται τώρα…
Ενθουσιάστηκα με αυτό το παιχνίδι της γλώσσας, της εξέλιξής της και του μετασχηματισμού της με βάση τις ανάγκες και τις συνθήκες της ζωής. Ταξιδεύει η γλώσσα μαζί μας ή μήπως συνταξιδεύουμε και είναι η όλη πορεία του πολιτισμού μας παιχνίδι γλωσσικό και αφήγηση συλλογική; Αυτό το ταξίδι δεν είναι μόνο πορεία μονόδρομη προς το μέλλον, αλλά κοιτάζει και προς το παρελθόν – το νήμα της αφήγησης πλέκεται με διαχρονικά υλικά. Και έτσι η λέξη «ύδωρ» θα παραμείνει ζωντανή και θαλερή σε σχετικά συνθετικά και θα δημιουργεί εύηχα ακούσματα, που δεν χαϊδεύουν μόνο το αυτί αλλά τέρπουν τη σκέψη και γλυκαίνουν τον κόσμο του συναισθήματος.
Θα έχουμε λοιπόν: την υδρορροή, την αφυδάτωση, την υδατοσφαίριση, τον υδρατμό, την υδροφόρα, τον υδαταγωγό, τον υδάτινο, την υδατοκαλλιέργεια, την υδατόπτωση, το υδραγωγείο, την υδραντλία, τον υδροκέφαλο, τον υδρόβιο, την υδρόγειο, τον υδρογονούχο, τον υδροχόο, την υδροδυναμική, τον υδροηλεκτρισμό, την υδρόλυση, την υδροστατική, τον υδροχαρή, τον αγιασμό των υδάτων και ποτέ των νερών (!), τα χωρικά ύδατα αλλά και το βαρύ ύδωρ στη χημεία (…) – και κοντά τους το «νέο σύμπαν» εννοιών και λέξεων: νεροποντή, νεροσυρμή, νεροκουβαλητής, νερόμυλος, νεροζούμι, νερόλακκος, νερομάννα, νεροτριβή, νερουλάς, νεροχύτης (… ) και όλα αυτά μαζί θα συνθέτουν την ενότητα των καιρών και θα υφαίνουν την ιστορία του λαού μας.
Αλλά γύρω από το νερό θα σχηματιστούν συμβολισμοί και συμπυκνωμένα νοήματα του ανθρώπου (δίνω γη και ύδωρ, μπήκε το νερό στο αυλάκι…). Θα εκφραστούν οι πρώτιστες ανάγκες της ζωής και η ομορφιά της νιότης (σαν τα κρύα τα νερά, αθάνατο νερό…). Θα σμιλευτούν και θα μορφοποιηθούν αρχέτυπες εικόνες της ιστορίας και τα απομεινάρια των μύθων, θα γεννηθούν λαϊκές εκφράσεις που θα ταξιδέψουν στα βάθη του χρόνου (νερό της λησμονιάς, αμίλητο νερό, χάνω τα νερά μου, κουβαλάω νερό στο μύλο κάποιου, σαν δυο σταγόνες νερό…). Θα υμνηθούν οι σχέσεις των ανθρώπων και οι συναισθηματικοί δεσμοί (το αίμα νερό δεν γίνεται, πίνω νερό στο όνομά του…).
Αν δεν έχεις πει το νερό νεράκι, άμα δεν έχεις πραγματικά διψάσει, δεν έχεις κορακιάσει μέσα στο κατακαλόκαιρο και δεν ονειρεύτηκες μόνο το νερό και τη στιγμή του ξεδιψάσματος και τίποτα άλλο, δεν μπορείς να καταλάβεις το πρώτο των πρώτων μόριο της ζωής. Αν δεν έχεις ψυχανεμιστεί με όνειρα του νερού, αν δεν έχεις λατρέψει με πάθος τη θάλασσα και δεν χάνεσαι με τις ώρες στα κύματά της και δεν την αγναντεύεις κατά μόνας ξεχνώντας καθετί άλλο γήινο και ουράνιο, αν δεν χαζεύεις με της βροχής τα παιχνιδίσματα και δεν γεύεσαι μια ξεχωριστή έκσταση από της καταιγίδας τα ξεσπάσματα, δεν μπορείς να κατανοήσεις τη θεϊκή καταγωγή μας και την υδάτινη φύση μας. Αν δεν μπορείς να ακούσεις συνειδησιακά και ψυχικά και να εμπνευστείς από το κελάρυσμα του ρυακιού, δεν μπορείς να καταλάβεις τους εύηχους και μυστικούς ψιθυρισμούς από το λάλον ύδωρ…
Εἴπατε τῷ βασιλεῖ, χαμαὶ πέσε δαίδαλος αὐλά,
οὐκέτι Φοῖβος ἔχει καλύβην, οὐ μάντιδα δάφνην,
οὐ παγὰν λαλέουσαν, ἀπέσβετο καὶ λάλον ὕδωρ.
Πείτε στον βασιλιά, το μεγαλόπρεπο μέγαρο έπεσε στο έδαφος.
Ο Φοίβος δεν έχει πια την κατοικία του, ούτε τη δάφνη που προφητεύει,
ούτε την πηγή που μιλάει. Και το νερό που μιλάει έχει στερέψει κι αυτό.
ΠΗΓΗ: anthologio.wordpress.com
----------------------------------------------------------------------
* Ο Νίκος Τσούλιας είναι εκπαιδευτικός στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Διετέλεσε Πρόεδρος της ΟΛΜΕ από το 1996 έως το 2003.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου