Πάγια «πάθη», άλλοτε και τώρα
του Μάριου Πλωρίτη*
ΤΟ ΒΗΜΑ δημοσίευσε μια συνέντευξη του ονομαστού Γερμανοαμερικανού κοινωνιολόγου Άλμπερτ Χίρσμαν στον Nouvel Observateur με την ευκαιρία της γαλλικής έκδοσης του δοκιμίου του Δύο αιώνες αντιδραστικής ρητορείας. Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο, αλλ’ απ’ τη συνέντευξη προβαίνει καθαρά η ανάλυση της λογικής των αντιδραστικών, που κατακρίνουν τη δημοκρατία και τους προοδευτικούς με το επιχείρημα πως «η ελευθερία οδηγεί στη σκλαβιά, η δημοκρατία στην τυραννία και η κοινωνική προστασία στην ασυδοσία ή την οκνηρία». (Πόσο απέχει αυτή η «θέση» απ’ το διαβόητο σύνθημα του «Μεγάλου Αδελφού»στο 1984 του Όργουελ, «Ο πόλεμος είναι ειρήνη / Η ελευθερία είναι σκλαβιά / Η άγνοια είναι δύναμη»;).
Φυσικά, όπως το προσδιορίζει ο τίτλος του βιβλίου, ο συγγραφέας ασχολείται μόνο με τους φιλοσόφους και πολιτειολόγους των δύο τελευταίων αιώνων. Αλλά θα μπορούσε να παρατηρηθεί πως και σ’ αυτό -το αντιδραστικό- πεδίο «πρώτοι διδάξαντες» ήταν Έλληνες – και διόλου αμελητέοι:
Όπως στην αρχαία Ελλάδα γεννήθηκε κι αναπτύχθηκε απαρομοίαστα η φιλοσοφία και η λατρεία της δημοκρατίας, εκεί ασκήθηκε όχι μόνο η πιο έντονη κριτική της, αλλά και η ολοκληρωτική άρνησή της.
Η πρώτη -η φιλοσοφία της δημοκρατίας- είναι πασίγνωστη και απαράμιλλη. Η δεύτερη -η κριτική της δημοκρατίας- δικαιωνόταν, απ’ τη μια επειδή είχαν σημειωθεί σημαντικές παραβιάσεις και καταχρήσεις της δημοκρατίας που υπονόμευαν τη λειτουργία της -, απ’ την άλλη επειδή οι κριτές, όντας γνήσιοι δημοκράτες, αποσκοπούσαν ειλικρινά, με την κριτική τους, στην αποκατάσταση των δημοκρατικών λειτουργιών και στη βελτίωση της δημοκρατικής πρακτικής. Ο Ευριπίδης κι ο Αριστοφάνης, ο Θουκυδίδης κι ο Ισοκράτης, ο Δημοσθένης και ο Αριστοτέλης από μιαν άποψη, στηλιτεύουν τη φαλκίδευση της δημοκρατίας απ’ τους δημαγωγούς αλλά κι απ’ τους άκριτους πολίτες που, χέρι με χέρι, σπέρνουν «ακολασία», «αναρχία», «ανομία» και απεργάζονται τον όλεθρο του πολιτεύματος και της πολιτείας ολόκληρης. Αλλά η κριτική τους φιλοδοξεί τη σωτηρία της δημοκρατίας, όχι την κατάλυσή της.
Σ’ αυτήν ίσα-ίσα την κατάλυση αποσκοπούν οι εκπρόσωποι της τρίτης κατηγορίας, που δεν είναι λιγότερο περιώνυμοι απ’ τους προμάχους της.
Δεν θ’ ανατρέξω σε «παλιοκαιρίτες» όπως ο («αριστοκράτης», λέει, από καταγωγή) ποιητής Θέογνις από τα Μέγαρα του Στ αιώνα. Που, στις Ελεγείες του, «έλουζε» αδιάκοπα τον «δήμο», τον λαό, αποκαλώντας τον «κενεόφρονα» (άμυαλο), «φιλοδέσποτον» (σκλαβόψυχο), που «πρέπει να τον καβαλάς με κλωτσιές και να τον τσιμπάς με βουκέντρα σουβλερή» {Α, 847) και άλλα θρεπτικά παρόμοια.
Θα φτάσω ίσια στον Σωκράτη, που αμφισβητούσε τις ίδιες τις βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος – όπως είχε διαμορφωθεί στην Αθήνα του Ε’ αιώνα και είχε αναλυθεί και υμνηθεί μοναδικά απ’ τον Θουκυδίδη στον Επιτάφιο.
Εύγλωττη είναι η στιχομυθία Σωκράτη – Αλκιβιάδη, που μνημονεύει ο Αιλιανός:
«Ο νεαρός Αλκιβιάδης αγωνιούσε και φοβόταν πολύ να παρουσιαστεί (και να μιλήσει) στην εκκλησία του δήμου. Κι ο Σωκράτης, για να του δώσει θάρρος και για να τον φιλοτιμήσει, του είπε: “Λεν περιφρονείς εκείνον εκεί τον παπουτσή;” και είπε το όνομά του. Κι όταν το παραδέχτηκε ο Αλκιβιάδης, ο Σωκράτης συνέχισε: “Κι εκείνον τον τελάλη ή τον σκηνοράφτη;”. Κι όταν το ομολόγησε ο νέος, είπε ο Σωκράτης: “Ο δήμος των Αθηναίων από κάτι τέτοιους απαρτίζεται. Κι αν περιφρονείς έναν έναν χωριστά, πρέπει να τους περιφρονείς κι όταν είναι όλοι μαζί”». 1. [ Ποικίλη ιστορία, Β.1.]
Κι αν αυτό μπορεί να θεωρηθεί επινόηση ενός ανεκδοτολόγου που έζησε οχτώ αιώνες μετά τον Σωκράτη, υπάρχουν οι αναντίρρητες μαρτυρίες του εγκυρότατου και περίπυστου μαθητή του – του Πλάτωνα, φυσικά. Στον Πρωταγόρα, λ.χ., ο Σωκράτης λέει περίπου τα ίδια:
«Όταν μαζευόμαστε στην εκκλησία του δήμου, κάθε φορά που είναι να καταπιαστεί η πολιτεία με κάποιο οικοδομικό έργο, φωνάζουν τους αρχιτέκτονες να δώσουν τη συμβουλή τους για τα οικοδομήματα’ όταν πάλι είναι να ναυπηγήσουν πλοία, τους ναυπηγούς, το ίδιο και για όλα τα’ άλλα, όσα πιστεύουν ότι μπορεί κανείς να τα μάθει και να τα διδάξει… Αντίθετα, κάθε φορά που το θέμα της συνεδρίασης έχει σχέση με τα γενικά συμφέροντα της πολιτείας, παίρνει το λόγο και δίνει την συμβουλή του χωρίς καμιά διάκριση ο ξυλουργός, ο χαλκιάς κι ο τσαγγάρης, ο εισαγωγέας κι ο καραβοκύρης, ο πλούσιος κι ο φτωχός, ο αριστοκράτης κι ο άνθρωπος του λαού· όμως κανείς δεν τους βάζει μπροστά επειδή μπαίνουν στη μέση και δίνουν συμβουλές, ενώ δεν πήγαν σε κανένα σχολείο ούτε είχαν κανένα δάσκαλο, ολοφάνερα επειδή πιστεύουν ότι αυτά τα πράγματα δεν μπορεί να διδαχθούν»2. [Πρωταγόρας, 319β. Μετάφρ. Ηλ. Σπυρόπουλου, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών 1975.]
Κι ο Σωκράτης-Πλάτων δεν παύει να διαλαλεί πως αξία και σημασία δεν έχει τι λένε οι πολλοί, αλλά ο «επαΐων», ο γνώστης, «ο εις και αυτή η αλήθεια» {ο ένας που είναι η γλώσσα της αλή-θειας).3. [Από τον νεανικό Κρίτωνα (48α)ως τους γεροντικούς Νόμους (Γ, 690β κ.λπ.).
Και στον (φιλομοναρχικό) Πολιτικό του, φτάνει να πει πως «το άριστο είναι να ισχύουν όχι οι νόμοι, αλλ’ ο βασιλικός άνδρας, ο προικισμένος με σύνεση» («το δ’ άριστον ου τους νόμους εστίν ισχύειν αλλ’ άνδρα τον μετά φρονήσεως βασιλικόν»). Κι αυτός ο «βασιλικός ανήρ» έχει το δικαίωμα «να σκοτώνει και να εξορίζει μερικούς, καθαρίζοντας την πολιτεία για το καλό της»! 4. [Πολιτικός, 293c, 294a. Μετάφρ. Η. Λάγιου, Ζαχαρόπουλος 1955.]
(Ποιο άλλο είναι το «επιχείρημα» των τυράννων, δικτατόρων και των συν αυτοίς, που αναγορεύουν τη θέλησή τους υπέρτατο νόμο;).
Τη συλλογιστικήν ακριβώς αυτήν είχε εφαρμόσει ο άλλος μαθητής του Σωκράτη, ο διαβόητος Κριτίας, που ευαγγελιζόταν:
«Λεν επιτρέπεται σ’ εκείνους που θέλουν να είναι ανώτεροι από τους άλλους, να μην εξοντώνουν όσους μπορούν να τους εμποδίσουν».5. [Ξενοφών, Ελληνικά, Β,γ,16.]
Και συνεπής στον εαυτό του, όταν έγινε ο κορυφαίος από τους Τριάκοντα Τυράννους (μετά την ήττα της Αθήνας απ’ τη Σπάρτη, το 404), αναδείχθηκε «ο πιο αρπακτικός και βίαιος και φονικός απ’ όλους τους ολιγαρχικούς», καθώς ομολογεί ο «συμμαθητής» του (ολιγαρχικός, ωστόσο) Ξενοφών. 6. [Απομνημονεύματα, Α,β,12.] Ο «ευγενής» και «ανώτερος» και «φιλοσοφημένος» Κριτίας, παίρνοντας τη «βασιλική» εξουσία (και μάλιστα, χάρη στα όπλα των εχθρών της πατρίδας του) αρίστευσε τόντι – σε λεηλασίες, βιαιοπραγίες και κακουργήματα…
Δεν χρειάζεται να πω με πόση ευθύβολη ευγλωττία έχουν αντικρουσθεί, από Έλληνες πάλι, αυτά τα αντιδημοκρατικά και αυταρχικά και μοναρχικά.
Ο κορυφαίος σοφιστής Πρωταγόρας, στον φερώνυμο πλατωνικό διάλογο, απαντά στον Σωκράτη με τον «πολιτικό μύθο» του και όπου λέει πως «δεν μπορούν να σταθούν οι πολιτείες, αν -όπως γίνεται στα άλλα επαγγέλματα- λίγοι έχουν μερίδιο σ’ αυτές» («ου γαρ αν γένοιντο πόλεις, ει ολίγοι αυτών μετέχουσι, ώσπερ άλλων τεχνών»). Και συμπληρώνει: «Όταν είναι να δώσουν γνώμη (οι Αθηναίοι) για θέμα που χρειάζεται πολιτική αξιοσύνη, και που πρέπει απ’ την αρχή ώς το τέλος να το πραγματευθούν με δικαιοσύνη και σωφροσύνη, δίνουν το ελεύθερο να μιλήσει ο καθένας, και μ’ όλο τους το δίκιο· γιατί πρέπει όλοι να ‘χουν το μερίδιό τους σ’ αυτή την αρετή, αλλιώς δεν στέκονται οι πολιτείες»7.
Και διεξοδικότερα και καιριότατα, ο μαθητής του μαθητή του Σωκράτη -ο πανεπιστήμων Αριστοτέλης- ανατρέπει τον σωκρατικό «εκλεκτικισμό» με το γνωστό και θεμελιακό επιχείρη-μά του:
«Οι πολλοί, που ο καθένας τους χωριστά δεν είναι αξιόλογος, ενδεχόμενο όλοι μαζί να είναι καλύτεροι από τους ξεχωριστούς πολίτες, όχι σαν άτομα, αλλά σαν σύνολο… Γι’ αυτό και οι πολλοί κρίνουν πιο σωστά» («Κρίνουσιν άμεινον οι πολλοί»). Και παρακάτω: «Είναι δίκαιο οι πολλοί να αποφασίζουν κυριαρχικά για τα πιο σοβαρά ζητήματα» («Δικαίως κύριον είναι μειζόνων το πλήθος»). 8. [Πολιτικά, Γ, 6, 1281β, 1, 98 και 40. Μετάφρ. Β. Μοσκόβη, Καρατζάς 1989.]
Και στον ισχυρισμό πως οι δημοκρατίες οδηγούν σε τυραννίες και καταστροφές, αντιτείνει:
«Οι δημοκρατίες είναι πιο ασφαλείς από τις ολιγαρχίες. Οι πολλοί δηλαδή είναι πιο ισχυροί και αγαπούν το πολίτευμά τους περισσότερο, αφού τους εξασφαλίζει την ισότητα. Αντίθετα, οι πλούσιοι, όταν το πολίτευμα τους δίνει υπεροχή, φέρνονται αλαζονικά και ζητούν περισσότερα προνόμια». Και γι’ αυτό, «πιο ασφαλής και περισσότερο απαλλαγμένη από επαναστάσεις είναι η δημοκρατία παρά η ολιγαρχία» («ασφαλεστέρα και αστασίαστος μάλλον η δημοκρατία της ολιγαρχίας»). 9. [Πολιτικά, Γ Ό.π., Ε, 6, 1307α, 18 και Ε, 1, 1302α.]
Εφ’ ω και «τα πολιτεύματα που διαρκούν λιγότερο χρόνο, είναι η ολιγαρχία και η τυραννία» («Πασών των πολιτειών ολιγοχρονιώτεραι ολιγαρχία και τυραννίς»). 10. [Πολιτικά, Γ Ό.π., Ε,9,1315β,11.]
Συνακόλουθα, χωρίς τη συμμετοχή των πάντων στις αποφάσεις για τις τύχες της πολιτείας, καταλύεται η ίδια η έννοια του πολίτη:
«Πολίτης, με την πιο ακριβή σημασία του όρου, είναι εκείνος που έχει το δικαίωμα να γίνεται δικαστής και άρχοντας» («Πολίτης δ’ απλώς ουδενί των άλλων ορίζεται ή τω μετέχειν κρίσεως και αρχής»). 11. [Πολιτικά, Γ Ό.π., Γ,1,1275α,22.]
Όσο για τα «πάθη» της δημοκρατίας από διάφορους φορείς και «συμφορείς» της, εφαρμόζεται και σ’ αυτήν εκείνο που λέει ο άλλος μεγάλος σοφιστής, ο Γοργίας, για τη ρητορική τέχνη:
«Λεν είναι κακοί οι δάσκαλοι, ούτε η τέχνη, ούτε φταίει εκείνη, αλλά φταίνε όσοι κάνουν κακή χρήση της» («Ούκουν οι διδάξαντες πονηροί ουδέ η τέχνη ούτε αιτία ούτε πονηρά, αλλ’ οι μη χρώμενοι ορθώς»). 12 [Πλάτων, Γοργίας, 457α.]
Μόνο που, στον καιρό μας, οι κακοί χρήστες και καταχραστές της δημοκρατίας έχουν πληθύνει τόσο, που αναρωτιέσαι ποια «φωτιά» μπορεί να ισιώσει αυτά τα «μη ορθώς χρώμενα» στραβά ξύλα…
ΠΗΓΗ: ΕΡΑΝΙΣΤΗΣ
…………………………………….
* Ο Μάριος Πλωρίτης (πραγματικό όνομα: Μάριος Παπαδόπουλος, 19 Ιανουαρίου 1919 – 29 Δεκεμβρίου 2006) ήταν Έλληνας δημοσιογράφος-επιφυλλιδογράφος, κριτικός, μεταφραστής, λογοτέχνης, και θεατρικός σκηνοθέτης. Το άρθρο του δημοσιεύθηκε στο στο «ΒΗΜΑ», στις 5 Μαΐου 1991.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου